Ambiente Cooperativa
  • σχετικά με μας

    Η ambiente cooperativa δεν είναι απλώς ένα τεχνικό γραφείο, δεν είναι μόνο ένα ερευνητικό εργαστήριο μηχανικών, δεν είναι άλλη μια κοινωνική συλλογικότητα, αλλά όλα αυτά μαζί! Φιλοδοξεί να αποτελέσει: Τον καθημερινό σύμβουλο-μηχανικό και τον συνδετήριο κρίκο μεταξύ των πολιτών, των κοινωνικών φορέων, των ΟΤΑ και κάθε φορέα που επιθυμεί να προωθήσει έργα που αφορούν στο όραμα της ενεργειακής ανεξαρτησίας και αυτονομίας.

    περισσοτερα...

    η ομάδα

    Η ambiente cooperativa στελεχώνεται από έμπειρους μηχανικούς και τεχνικούς του ιδιωτικού μελετητικού τομέα, διαφορετικών ειδικοτήτων (αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί, τοπογράφοι, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι, μηχανολόγοι, γεωπόνοι κτλ). Συνδράμουν συνεργάτες που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό, σε παγκόσμιες μητροπόλεις, κόμβους τεχνογνωσίας και καινοτομίας και άλλοι ειδικοί συνεργάτες, όπως οικονομολόγοι, νομικοί, γραφίστες, μηχανικοί Η/Υ και τηλεπικοινωνιών, αρχαιολόγοι, εικαστικοί κτλ.

    περισσοτερα...

    το όραμα

    Η ambiente cooperativa θέλει να προωθήσει και να πετύχει, ξεκινώντας από σήμερα: Την αναβάθμιση του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος, μέσα από θετικές-έμπρακτες εφαρμογές, Την καινοτομία και την ποιότητα μέσα από λύσεις χαμηλού κόστους, με διαρκή αναζήτηση και παραγωγή τεχνογνωσίας, σε συνδυασμό με ιεραρχημένο, λεπτομερή και σεμνό σχεδιασμό, Τον συνδυασμό διαφορετικών καινοτόμων τεχνολογιών εκμετάλλευσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, Μια νέα και ριζοσπαστική καθημερινή κουλτούρα διαβίωσης και συμμετοχής στην παραγωγή του χώρου, Την αξιοποίηση των λιγοστών διαθέσιμων οικονομικών πόρων, σε στοχευμένα-ιεραρχημένα έργα και δράσεις για το κοινό καλό, Την παραγωγή αντικειμένου εργασίας για μηχανικούς, τεχνίτες και άλλους πολίτες των τοπικών κοινωνιών, με κοινωνικό περιεχόμενο, αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, δημιουργικότητα και συνεργατικότητα.

    περισσοτερα...
  • Τι είναι ο Ενεργειακός Συνεταιρισμός

    Στην ambiente cooperativa κυοφορείται η σύσταση ενός ενεργειακού συνεταιρισμού που θα συμπυκνώνει την αλληλεπίδραση οικολογικού και ενεργειακού προβληματισμού με την κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία, επιδιώκοντας τη συνεργασία για μια μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα και την πυρηνική ενέργεια στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προωθώντας ένα αποκεντρωμένο μοντέλο παραγωγής και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας.

    Ο στόχος δεν είναι να δημιουργηθεί μια εικονική ελπίδα, ούτε να ενθαρρυνθεί μια συναισθηματική αντίδραση, αλλά να τεθεί μία πρώτη προσέγγιση προς μία οικολογικά αλλά και κοινωνικά προσανατολισμένη οικονομία. Το μέλλον ανήκει στις αυτοδιαχειριζόμενες κοινότητες που θα θέσουν στην υπηρεσία όλων την παραγωγή των αναγκαίων αγαθών και υπηρεσιών (φυσικές μορφές ενέργειας, βιοποικιλότητα, εκπαίδευση, σταθμούς υγείας, μεταφορές, υφαντουργία).

     

    περισσοτερα...
  • SunHeating

    Renovations

    Photovoltaics

    Undersoil Heating

    Boiler Rooms

    Heat Pumps

  • Θέρμανση

    Η ετήσια κατανάλωση ενέργειας ενός συστήματος θέρμανσης είναι απαραίτητο να υπολογίζεται, γιατί είναι ο κυριότερος παράγοντας του λειτουργικού κόστους του συστήματος. Η σύγκριση διαφόρων εναλλακτικών λύσεων και η επιλογή της βέλτιστης δυνατής γίνεται με την αναλυτική/σαφή εκτίμηση της ενεργειακής κατανάλωσης.

    Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

    Με γνώμονα την πιο αξιόπιστη και αποδοτική λύση, αναλαμβάνουμε εξ’ ολοκλήρου την υλοποιήση ενεργειακών έργων για επιχειρήσεις και ιδιώτες. Αξιολογούμε, υποβάλλουμε και διαχειριζόμαστε το σχεδιασμό του έργου, την έκδοση των αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας και αναλαμβάνουμε την περιβαλλοντική αδειοδότηση.

    Ανακαινίσεις

    Επισκεπτόμαστε το διαμέρισμά σας, αποτυπώνουμε τον χώρο, συζητάμε μαζί σας τις εργασίες που σας ενδιαφέρουν και επανερχόμαστε με πλήρη, οριστική, οικονομική προσφορά μαζί με το χρονοδιάγραμμα των εργασιών. Όλες οι συμφωνίες μας γίνονται γραπτώς και υπογράφονται από εσάς και τον υπεύθυνο διαχείρισης του έργου.

    Κατηγορίες Μελετών

    -Περιβαλλοντικές Μελέτες / Μελέτες -Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων
    -Μελέτες Ύδρευσης/Αποχέτευσης
    -Μελέτες Εγκαταστάσεων ΑΠΕ
    -Μελέτες Αδειοδότησης Κτιρίων και -Εγκαταστάσεων και Επίβλεψη Κατασκευής τους
    -Μηχανολογικές Μελέτες

     

    -Μελέτες Μητροπολιτικών Πάρκων και Χώρων Πρασίνου
    -Φυτοτεχνικές Μελέτες και Μελέτες Άρδευσης
    -Τεχνικές και Οικονομικές Μελέτες -Εξοικονόμησης Ενέργειας, Ενεργειακής Αναβάθμισης και Πιστοποίησης
    -Μελέτες Πυροπροστασίας
    -Μελέτες για την Ανάδειξη/Ανάπλαση Αστικών Δημόσιων Χώρων

     

     

     

     

  • Επικοινωνία

     

    Βασ. Όλγας 93, 54643, Θεσσαλονίκη


    Telephone:
    Fax:
    Mobile:
    Email:

    +30 2314-315243
    +30 2314-315243
    +30 6973731957
    info@ambienteco.gr

    Newsletter

     



     

     

  • σχετικά με μας

    Η Ambiente Cooperativa είναι:

    -Συνεργατική επιστημονική ομάδα, μελετητική ομάδα, με συμπληρωματικές ειδικότητες, οριζόντια οργάνωση και συνεταιριστική οικονομική δομή.

    -Ομάδα σχεδιασμού με συγκεκριμένο όραμα για την πόλη, τον χώρο, την κοινωνία, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την αυτοδιαχείριση των βασικών μας αναγκών (φυσικές μορφές ενέργειας, βιοποικιλότητα, εκπαίδευση, σταθμούς υγείας, μεταφορές, υφαντουργία), αλλά και τη διάχυση της απαραίτητης γνώσης ώστε αυτές οι πρακτικές να καταφέρουν να αναπαραχθούν όπου και όπως χρειάζεται.

    Η Ambiente Cooperativa φιλοδοξεί να αποτελέσει:

    -Τον καθημερινό σύμβουλο-μηχανικό και τον συνδετήριο κρίκο μεταξύ πολιτών, κοινωνικών φορέων, ΟΤΑ και κάθε φορέα που επιθυμεί να προωθήσει έργα που συμβαδίζουν με το όραμα της.

    -Έναν πόλο καινοτομίας, στο πλαίσιο της φιλοσοφίας της, με ειδική αναφορά στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης, αλλά συγχρόνως με διεθνή απεύθυνση και προοπτική, την εφαρμογή άμεσων λύσεων σε θέματα που αφορούν στην πόλη, στο δημόσιο χώρο και στο πώς ζούμε μαζί.

    -Έναν κόμβο αλληλεπίδρασης και δικτύωσης με παρόμοιες προσπάθειες για τη δημιουργία συνεργατικών αλληλέγγυων σχέσεων και δομών που θα διαμορφώσουν ένα σύστημα αλληλέγγυας οικονομίας, για τη μετάβαση προς μια πιο δίκαιη, οικολογική και αλληλέγγυα κοινωνία.

  • η ομάδα

    Η Ambiente Cooperativa στελεχώνεται από:

    -Έμπειρους μηχανικούς και τεχνικούς του ιδιωτικού μελετητικού τομέα, διαφορετικών ειδικοτήτων (αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί, πολεοδόμοι-χωροτάκτες, συγκοινωνιολόγοι, τοπογράφοι, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι, μηχανολόγοι, περιβαλλοντολόγοι, γεωπόνοι κτλ)

    -Νέους μηχανικούς, με σημαντική θεωρητική κατάρτιση και διακρίσεις, που αναζητούν τον δρόμο τους στο σημερινό δυσμενές οικονομικό περιβάλλον

    -Συνεργάτες που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό, σε παγκόσμιες μητροπόλεις, κόμβους τεχνογνωσίας και καινοτομίας

    -Άλλους ειδικούς συνεργάτες, όπως οικονομολόγους, νομικούς, επικοινωνιολόγους, γραφίστες, μηχανικούς πληροφορικής, Η/Υ και τηλεπικοινωνιών, ιστορικούς, αρχαιολόγους, εικαστικούς κτλ

    Διακριτά της στοιχεία είναι:

    -Η ολοκληρωμένη προσέγγιση, μέσω της διεπιστημονικότητας

    -Ο συμμετοχικός/δημοκρατικός σχεδιασμός, με εμπλοκή από την αρχή των κατοίκων και των αρμόδιων φορέων στη μελέτη και την κατασκευή

    -Η ένταξη των συνεταιριστικών/συνεργατικών σχέσεων και της ανταλλακτικής οικονομίας στην παραγωγή των δημοσίων έργων

    -Η κατάρτιση προγράμματος υλοποίησης κάθε έργου, που περιλαμβάνει τόσο τον χρονικό προγραμματισμό και την αλληλουχία των δράσεων/παρεμβάσεων, όσο και τον ακριβή τρόπο με τον οποίο μπορούν να υλοποιηθούν οι προτάσεις.

    -Ο περιορισμός του κόστους υλοποίησης κάθε προτεινόμενης παρέμβασης, με την ανάπτυξη εναλλακτικών-καινοτόμων μεθόδων παραγωγής, συμπεριλαμβανομένων των χρησιμοποιούμενων υλικών και του τρόπου οργάνωσης του αναγκαίου ανθρώπινου δυναμικού

  • το όραμα

    Η Ambiente Cooperativa θέλει να προωθήσει και να πετύχει, ξεκινώντας από σήμερα:

    -Την ικανοποίηση των πραγματικών κοινωνικών αναγκών, δίνοντας προτεραιότητα σε υποβαθμισμένες περιοχές εργατικών και λαϊκών στρωμάτων με αυξημένες ανάγκες πολεοδομικής, περιβαλλοντικής και παραγωγικής ανασυγκρότησης

    -Την αναβάθμιση του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος, μέσα από θετικές-έμπρακτες εφαρμογές

    -Την καινοτομία και την ποιότητα μέσα από λύσεις χαμηλού κόστους, με διαρκή αναζήτηση και παραγωγή τεχνογνωσίας, σε συνδυασμό με ιεραρχημένο, λεπτομερή και σεμνό σχεδιασμό

    -Μια νέα και ριζοσπαστική καθημερινή κουλτούρα διαβίωσης και συμμετοχής στην παραγωγή του χώρου

    Το όραμά της για την πόλη, τον χώρο και την κοινωνία περιλαμβάνει:

    -Tον κοινωνικό έλεγχο ή/και διαχείριση των βασικών δημόσιων υποδομών και υπηρεσιών (ενέργεια, νερό, απορρίμματα, τηλεπικοινωνίες, μαζικές μεταφορές, δημόσιος χώρος και κτίρια)

    -Tην αναβάθμιση της ποιότητας της κατοικίας, αλλά και την ικανοποίηση του δικαιώματος στη στέγη για κάθε κάτοικο.

    -Tην αποκατάσταση / προστασία του περιβάλλοντος και τον περιορισμό του οικολογικού αποτυπώματος κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας.

    -Tην εξοικονόμηση ενέργειας, την ενεργειακή αποδοτικότητα και την ανάπτυξη εναλλακτικών, ήπιων και ανανεώσιμων τρόπων παραγωγής ενέργειας κοντά στον τόπο που καταναλώνεται, με κοινωνική διαχείριση και έλεγχο.

    -Tην ορθολογική διαχείριση και εξοικονόμηση των υδάτινων πόρων, την ανακύκλωση και επανάχρησή τους για διαφορετικές χρήσεις, με κοινωνική διαχείριση και έλεγχο.

  • κοινωνική οικονομία και ενέργεια

    Ο σημερινός τύπος βιομηχανικής οργάνωσης, επέκταση κατά κάποιο τρόπο των βιομηχανικών μορφών που δημιούργησε η βιομηχανική επανάσταση, υποθάλπει το βιομηχανικό συγκεντρωτισμό. Αντίθετα η τεχνολογία με ένα σύστημα παραγωγής ενέργειας μικρής κλίμακας, βασισμένο σε μια περιφερειακή οικονομία και εκμεταλλευόμενο τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας εξαλείφει αυτό το χαρακτηριστικό. Υπό αυτές τις συνθήκες και μέσα από το καλειδοσκόπιο του συνεταιρισμού, οι οικονομικές αποφάσεις τοποθετούνται στα χέρια της κοινότητας, η υλική παραγωγή αποκεντρώνεται και τίθεται σε τοπικό επίπεδο και η λαϊκή συνέλευση της τοπικής κοινότητας, ασκώντας μία πρόσωπο με πρόσωπο δημοκρατία, αναλαμβάνει την πλήρη διεύθυνση της κοινωνικής ζωής. Το μόνο ζητούμενο είναι αν μία μελλοντική κοινωνία θα οργανωθεί γύρω από την τεχνολογία ή το πως η τεχνολογία θα οργανωθεί γύρω από αυτή την κοινωνία. Στο πολίτευμα που διαδέχεται σήμερα την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, αντιτίθεται η αναδυόμενη από τα πολιτικά χαλάσματα της φθοράς άμεση δημοκρατία, με τη μορφή της κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας.

    Το κεφαλαιοκρατικό σύστημα επιστρέφει σήμερα στην αναζήτηση μιας φόρμουλας κρατικής πρόνοιας, αναθέτοντας στην κοινωνική οικονομία να υποκαταστήσει το κοινωνικό κράτος στην αντιμετώπιση συνεπειών της οικονομικής, οικολογικής και ενεργειακής κρίσης. Οι ενεργειακοί συνεταιρισμοί συμπυκνώνουν με μοναδικό τρόπο την αλληλεπίδραση οικολογικού και ενεργειακού προβληματισμού με την κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία, επιδιώκοντας τη συνεργασία για μια μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα και την πυρηνική ενέργεια στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προωθώντας ένα αποκεντρωμένο μοντέλο παραγωγής και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτή η πραγματική κίνηση της εξόδου από την κρίση δεν είναι μια «ιστορική αναγκαιότητα», όπως δεν είναι και η πραγματική κίνηση της κεφαλαιοκρατικής εξόδου από την κρίση. Το κάθε μέρος της διχασμένης κοινωνίας έχει «ιστορικό δικαίωμα» σε ό,τι αντιστοιχεί στην ελεύθερη κοινωνική του πράξη.

    Είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή ένας συνεταιρισμός, σαν κίνημα πολιτών-δημοτών-καταναλωτών, να απαιτήσει δυναμικά την ουσιαστική επιστροφή στη δικαιοδοσία των δήμων της ηλεκτρικής ενέργειας, και αυτό να γίνει με αιχμή τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Η προσέγγιση ενός συνεταιρισμού πολιτών-δημοτών προς τους δήμους και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης θα μπορούσε να πάρει τη μορφή της επιδίωξη ενεργειακής αυτοδυναμίας μέσω ενεργειακού εφοδιασμού από δημοτικές-διαδημοτικές επιχειρήσεις, που θα παράγουν ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ, θα αγοράζουν από τον διαχειριστή του Δικτύου Υψηλής Τάσης το ποσοστό της που ακόμα δεν παράγουν οι ίδιες, θα κατέχουν τα τοπικά δίκτυα ΜΤ-ΧΤ και θα διαχειρίζονται τη διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας στους καταναλωτές της περιοχή τους. Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αποτελούν τους αέναους ενεργειακούς φυσικούς πόρους, οι οποίοι προσφέρονται σε αφθονία σε όλους τους λαούς, σε τοπική κλίμακα όσο και σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, και για όλες τις τελικές χρήσεις της ενέργειας : για παραγωγή ηλεκτρισμού, για παραγωγή θερμότητας, για παραγωγή καυσίμων κίνησης.

  • συνεταιρισμοί

    Τι είναι ο συνεταιρισμός; Ο συνεταιρισμός είναι μια αυτόνομη και εθελοντική ένωση προσώπων τα οποία έχουν σκοπό να εξυπηρετήσουν τις οικονομικές, τις κοινωνικές και τις πολιτισμικές ανάγκες και επιδιώξεις τους μέσω μιας συμμετοχικής και δημοκρατικά ελεγχόμενης επιχείρησης. ‘Ένας συνεταιρισμός διέπεται από τις 7 ακόλουθες αρχές, όπως συμφωνήθηκαν από τη Διεθνή Συνεταιριστική Συμμαχία (International Cooperative Alliance – ICA):

    1. Εθελοντική και ανοιχτή συμμετοχή: Οι συνεταιρισμοί είναι εθελοντικές ενώσεις, ανοιχτές σε όλα τα πρόσωπα τα οποία είναι ικανά να χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες τους και να αποδεχτούν με προθυμία τις ευθύνες που συνεπάγεται η ιδιότητα του μέλους, χωρίς έμφυλες, κοινωνικές, φυλετικές, πολιτικές και θρησκευτικές διακρίσεις.

    2. Δημοκρατικός έλεγχος από τα μέλη: Οι συνεταιρισμοί είναι δημοκρατικές οργανώσεις οι οποίες ελέγχονται από τα μέλη τους, τα οποία συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση της στρατηγικής τους και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

    3. Οικονομική συμμετοχή μελών: Τα μέλη συμμετέχουν ισότιμα και ελέγχουν δημοκρατικά το κεφάλαιο του συνεταιρισμού. Τουλάχιστον μέρος του κεφαλαίου αποτελεί κοινή ιδιοκτησία του συνεταιρισμού.

    4. Αυτονομία και ανεξαρτησία: Οι συνεταιρισμοί είναι αυτόνομες οργανώσεις αυτοβοήθειας οι οποίες ελέγχονται από τα μέλη τους. Σε περίπτωση που συνάψουν συμφωνίες με άλλους φορείς, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων, ή αν αυξήσουν το κεφάλαιό τους από εξωτερικές πηγές, το πράττουν με τρόπο που να διασφαλίζει τον δημοκρατικό έλεγχο των μελών και τη διατήρηση της αυτονομίας του συνεταιρισμού.

    5. Εκπαίδευση, κατάρτιση και πληροφόρηση: Οι συνεταιρισμοί παρέχουν εκπαίδευση και κατάρτιση στα μέλη τους – τους αιρετούς αντιπροσώπους, τα διοικητικά στελέχη και τους/τις εργαζομένους/ες, ώστε να συνεισφέρουν αποτελεσματικά στην ανάπτυξη της επιχείρησης. Επίσης, ενημερώνουν το ευρύ κοινό, και ιδιαίτερα τους/τις νέους/ες και τα πρόσωπα που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, για τη φύση και τα οφέλη του συνεργατισμού.

    6. Συνεργασία με άλλους συνεταιρισμούς: Οι συνεταιρισμοί υπηρετούν τα μέλη τους πιο αποτελεσματικά και ενδυναμώνουν το συνεταιριστικό κίνημα όταν συνεργάζονται σε τοπικά, περιφερειακά και διεθνή δίκτυα.

    7. Ενδιαφέρον για την κοινότητα: Οι συνεταιρισμοί δραστηριοποιούνται με στόχο τη βιώσιμη ανάπτυξη της κοινότητας στην οποία εδράζονται μέσα από στρατηγικές που εγκρίνονται από τα μέλη τους.

  • ηλεκτρική ενέργεια

    Ο τομέας ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να διακριθεί σε πέντε δραστηριότητες: την παραγωγή, την προμήθεια, τη διαχείριση του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας, τη μεταφορά και τη διανομή. Ακόμα και σ’ ένα απελευθερωμένο περιβάλλον ηλεκτρικής ενέργειας, οι τελευταίες τρεις δραστηριότητες διατηρούν το χαρακτήρα του μονοπωλίου διότι, θα ήταν ιδιαίτερα δυσχερής η παροχή ανταγωνιστικών υπηρεσιών στους τομείς αυτούς λόγω του υψηλού κεφαλαιουχικού κόστους των σχετικών επενδύσεων και των σημαντικών οικονομιών κλίμακας που αναπτύσσονται σε αυτές. Επιπλέον, αυτές θεωρούνται ως οι «θεμελιώδεις δραστηριότητες» για τη λειτουργία της αγοράς και ως εκ τούτου, για όλους τους ανταγωνιστές που δραστηριοποιούνται στις υπόλοιπες δραστηριότητες (παραγωγή, προμήθεια), υπάρχει αναγκαιότητα πρόσβασης χωρίς διάκριση σ’ αυτές. Επομένως, ένα ανεξάρτητο σύστημα διαχείρισης της αγοράς απαιτεί πέραν της διασφάλισης της αξιοπιστίας του ηλεκτρικού συστήματος, η οποία προκύπτει από την ταυτόχρονη διατήρηση της ζήτησης και της προσφοράς σε ισορροπία, και την ελεύθερη πρόσβαση στις μονοπωλιακές δραστηριότητες.

    Τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής θεωρούνται φυσικά μονοπώλια και η παροχή πρόσβασης σε αυτά είναι αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί ότι όλοι οι παραγωγοί θα μπορούν αντίστοιχα να έχουν πρόσβαση στους καταναλωτές, γεγονός που θα επιτρέψει την απρόσκοπτη λειτουργία της αγοράς. Μέχρι πριν από μια δεκαπενταετία, όλες αυτές οι λειτουργίες ρυθμίζονταν και βρίσκονταν υπό τον έλεγχο της κεντρικής διοίκησης. Κατά την τελευταία δεκαετία, η ευρεία είσοδος ιδιωτών στα ανταγωνιστικά τμήματα της αγοράς οδήγησε στην έξοδο του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας από την επιρροή του δημοσίου και το διαχωρισμό του σε διάφορες δραστηριότητες, ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών που προέκριναν την απελευθέρωση. Η προοπτική της μεγάλης ανάπτυξης των ΑΠΕ αλλά και οι ανάγκες για την ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας οδηγούν επίσης σε απαιτήσεις για αυξημένες ανταλλαγές ενέργειας με τα γειτονικά δίκτυα. Οι εξωτερικές διασυνδέσεις της χώρας είναι ήδη ισχυρές και μακροπρόθεσμα είναι δυνατή η περαιτέρω ενίσχυση τους με νέα διασυνδετική γραμμή με τη Βουλγαρία και με διπλασιασμό της ισχύος του συνδέσμου συνεχούς ρεύματος με τη Ιταλία. Πέρα όμως από τις άμεσες διασυνδέσεις της χώρας με τις γειτονικές, κρίσιμο θέμα είναι η ενίσχυση των δικτύων πέραν των συνόρων στη περιοχή των Βαλκανίων καθώς και η ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού δικτύου, θέμα που εξετάζεται από τον ENTSO-E. Ο ΑΔΜΗΕ καλείται να μετέχει στις διεθνείς αυτές εξελίξεις έχοντας σημαντικό ρόλο στο σχεδιασμό του Ηλεκτρικού Συστήματος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης καθώς και σε σημαντικά έργα όπως αυτά του σχεδιασμού των διαδρόμων μαζικής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (Electricity Highways) καθώς και σε ερευνητικές δραστηριότητες για την ανάπτυξη λογισμικού ασφάλειας λειτουργίας μεγάλων ηλεκτρικών δικτύων (i-TESLA) και άλλων.

  • ελληνικό σύστημα ενέργειας

    Η αγορά ενέργειας στην Ελλάδα είναι οργανωμένη με βάση τη δομή της Υποχρεωτικής Κοινοπραξίας (mandatory pool). Αυτό συνεπάγεται ότι οποιοσδήποτε θέλει να συμμετάσχει στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, έχει την υποχρέωση να εισάγει (πώληση) ή να εξάγει (αγορά) την ενέργεια μέσω της Υποχρεωτικής Κοινοπραξίας. Η διαχείριση του ελληνικού συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας είναι διαχωρισμένη σε δύο κομμάτια. Το ένα είναι το σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, υπεύθυνος του οποίου είναι ο Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ), ενώ το δεύτερο είναι το σύστημα διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας, υπεύθυνος του οποίου είναι ο Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ). Υπεύθυνος για τη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι ο Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΛΑΓΗΕ). Ο ΛΑΓΗΕ επιλύει τον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό (ΗΕΠ), ο οποίος συμπεριλαμβάνει και την Αγορά Επικουρικών Υπηρεσιών και είναι υπεύθυνος για τα θέματα συλλογής των αιτήσεων για συμβάσεις αγοραπωλησίας ηλεκτρικής ισχύος μεταξύ των συμμετεχόντων και του Διαχειριστή του Συστήματος. Δικαίωμα συμμετοχής στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας έχουν όλοι οι παραγωγοί ενέργειας, οι αυτοπαραγωγοί, δηλαδή εκείνοι που παράγουν ενέργεια για ιδία κατανάλωση και το περίσσευμα το διαθέτουν στο δίκτυο, οι προμηθευτές, οι αυτοπρομηθευόμενοι πελάτες και οι έμποροι, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο συμμετεχόντων. Επί του παρόντος στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται 4 κύριοι παραγωγοί θερμικών και υδροηλεκτρικών μονάδων, με κυριότερο την ΔΕΗ, περίπου 50 εταιρείες εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας μέσω διασυνδέσεων με γειτονικές χώρες και παραγωγοί με μονάδες ΑΠΕ.

    Δεν συνιστά κοινοτοπία η αναφορά ότι η ελληνική ενεργειακή αγορά, σε όλες μάλιστα τις επιμέρους της εκφάνσεις και κλάδους, βρίσκεται σήμερα σε μια οριακή καμπή και οι όποιες κεντρικές αποφάσεις ληφθούν για μια σειρά από εκκρεμή θέματα μείζονος σημασίας θα καθορίσουν καίρια τη μελλοντική μορφή της τις επόμενες δεκαετίες. Λόγω δε της κομβικότητας της συγκεκριμένης αγοράς, από την οποία απορρέει και η άμεση διασύνδεσή της με έτερους βασικούς τομείς της οικονομικής ζωής της χώρας, δεν είναι ενδεχομένως υπερβολικός ο ισχυρισμός ότι οι εν λόγω αποφάσεις θα επηρεάσουν ευρύτερα, θετικά ή αρνητικά, την εθνική προσπάθεια για οικονομική ανάκαμψη. Η διαχρονική έλλειψη σαφούς μακροπρόθεσμου σχεδιασμού για την ελληνική ενεργειακή αγορά αλλά και για μια σειρά άρρηκτα επηρεαζόμενους από αυτή κλάδους επιμέρους πολιτικών αποφάσεων, με κύριο θα έλεγε κανείς αυτόν της βιομηχανικής ανάπτυξης της χώρας, οδηγεί συχνά την πολιτεία στην υιοθέτηση πρόχειρων, κοντόθωρων παρεμβάσεων αμφιβόλου αποτελεσματικότητας και, συχνά, δικαιοκρατικής συμβατότητας. Η ένδεια πολιτικού σχεδιασμού συνδυαζόμενη με τη ρητή ή άρρητη επίκληση του στοιχείου της «έκτακτης ανάγκης», την οποία η χώρα βιώνει, αν και προφανώς οι ακολουθούμενες πολιτικές δεν αποφασίσθηκαν και δρομολογήθηκαν όλες υπό τις σημερινές «έκτακτες» συνθήκες, οδηγεί μάλιστα συχνά όχι μόνο στην μη αναγνώριση της πολιτικής αστοχίας και, συνεπώς, στη συνακόλουθη παράλειψη χάραξης των απαιτούμενων τομών, αλλά και στη λογική της «διόρθωσης» των παλιών λαθών με την τέλεση νέων.

  • ενεργειακή αυτονομία

    Η πεπερασμένη φύση των ορυκτών καυσίμων και της πυρηνικής ενέργειας γίνεται όλο και πιο εμφανής. Μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική από την πλήρη εξάρτηση από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η σκοπιμότητα της μετατροπής αυτής προτείνεται από ολοένα και αυξανόμενο αριθμό επιστημόνων και πολιτικών. Κοινωνικοί και οικονομικοί φορείς, η κυβερνητική καθοδήγηση, διαφορετικές τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως και στρατηγικές αναπτυξιακές προοπτικές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Όλο και περισσότερες περιοχές στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως οδηγούνται προς την ενεργειακή αυτονομία. Αν και διαφοροποιούνται σε αρκετά σημεία, όλες θέτουν ένα φιλόδοξο όραμα: να ανεξαρτητοποιηθούν από τις εισαγωγές ορυκτών πόρων. Σαν κεντρική ιδέα του οράματος αυτού, αποτελεί η ικανοποίηση των ενεργειακών αναγκών αποκλειστικά από την τοπική παραγωγή ενέργειας μέσω ανανεώσιμων πηγών, η εξοικονόμηση και η αποδοτικότερη χρήση της ενέργειας. Οι περισσότερες περιοχές στην προσπάθεια τους για την επίτευξη της ενεργειακής αυτονομίας υποκινούνται από την αρχή της ευφορίας. Ωστόσο, συχνά δίνεται προτεραιότητα στους δύο από τους τρείς πυλώνες της ευφορίας, σε αυτόν της οικονομίας και της κοινωνίας ενώ η περιβαλλοντική διάσταση έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Το πρόβλημα αυτό γίνεται ιδιαίτερα αισθητό όταν προκύπτουν αντικρουόμενα συμφέροντα σχετικά με την κατασκευή εγκαταστάσεων ΑΠΕ από τη μία και με ζητήματα προστασίας της φύσης από την άλλη.

    Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για που μπορεί να ωθήσουν μία περιοχή προς την ενεργειακή αυτονομία. Παρακάτω, παρατίθενται μία σειρά από επιχειρήματα:

    Προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος. Η παραγωγή και η κατανάλωση ορυκτών καυσίμων προκαλεί σοβαρή περιβαλλοντική ρύπανση. Τα ορυκτά καύσιμα είναι υπεύθυνα για την πλειοψηφία των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και κατ’ επέκταση της κλιματικής αλλαγής. Η στροφή προς τις ΑΠΕ, σε συνδυασμό με την οικονομική και αποδοτική χρήση της ενέργειας συντελεί στην προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος.

    Δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Η ενεργειακή αυτονόμηση μίας περιοχής έχει θετική επίδραση στην τοπική αγορά εργασίας π.χ. η γεωργία και η δασοκομία μπορούν να επωφεληθούν από την αυξημένη χρήση των τοπικών πρώτων υλών(βιομάζα). Υπάρχουσες επιχειρήσεις που ασχολούνται με την ενεργειακή τεχνολογία, τη θερμική μόνωση και την κατασκευή θα βρουν νέα πεδία δραστηριότητας. Παράλληλα, θα δημιουργηθούν επιπλέον θέσεις στη βιομηχανία παραγωγής ενέργειας. Επιπλέον, ο εφοδιασμός ενέργειας από ΑΠΕ σε ελκυστικές τιμές, υπόσχοντας μακροπρόθεσμη σταθερότητα, δημιουργεί ένα ελκυστικό περιβάλλον με ενδιαφέρον σε διάφορα πεδία.

  • εναλλακτικά δίκτυα διανομής ενέργειας

    Η αναδιάρθρωση των συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας καθώς και η ανάπτυξη των τεχνολογιών των σχετικά μικρών σε ισχύ μονάδων οδήγησε στην ανάπτυξη της διεσπαρμένης παραγωγής, της παραγωγής η οποία βρίσκεται πλησιέστερα προς τα κέντρα κατανάλωσης. Η δυνατότητα εγκατάστασης μικρών μονάδων συμπαραγωγής, ακόμα και για οικιακή χρήση, αυξάνει την αποδοτικότητα της παροχής ηλεκτρισμού και θέρμανσης ταυτόχρονα. Με την εγκατάσταση των τοπικών μονάδων συμπαραγωγής το καταναλισκόμενο καύσιμο χρησιμοποιείται για την κάλυψη των αναγκών των τοπικών καταναλωτών οι οποίοι μπορούν και να ανταλλάσσουν ηλεκτρισμό και θερμότητα και οι απώλειες μετατροπής αλλά και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας μειώνονται αισθητά1. Το επίπεδο τάσης διασύνδεσης των μονάδων διεσπαρμένης παραγωγής αρχίζει να μειώνεται και ολοένα και περισσότερες μονάδες εγκαθίστανται ακόμη και στο επίπεδο Χ.Τ. Η ανάγκη για χαμηλότερο επίπεδο τάσης ενισχύεται από την ανάγκη για την αύξηση της αξιοπιστίας, ειδικά σε καταναλωτές ΧΤ με ευαίσθητες συσκευές ή διεργασίες. Τα σημερινά δίκτυα διανομής σχεδιάζονται ώστε η απόδοση των δικτύων ΜΤ και ΧΤ να επιδρά σημαντικά στην ποιότητα παροχής ηλεκτρικής ισχύος στους καταναλωτές, ενώ σφάλματα στα δίκτυα ΥΤ να μην επηρεάζουν τους καταναλωτές που είναι συνδεδεμένοι στη ΜΤ και ΧΤ.

    Τα Μικροδίκτυα είναι δίκτυα διανομής κυρίως ΧΤ και δευτερευόντως ΜΤ τα οποία περιλαμβάνουν σημαντικό αριθμό μικρών μονάδων παραγωγής (μικρό-τουρμπίνες, φωτοβολταϊκά, μικρές ανεμογεννήτριες, κυψέλες καυσίμου, κλπ) ισχύος από λίγα kW μέχρι 1-2 MW, συσκευών αποθήκευσης ενέργειας (συσσωρευτές, σφόνδυλοι, πυκνωτές ενέργειας, κλπ) και ελεγχόμενων φορτίων. Το βασικό γνώρισμα αυτών των δικτύων είναι ο συντονισμένος έλεγχος τους, ώστε τελικά να εμφανίζονται στο ανάντη δίκτυο ως μία ενιαία οντότητα με το δικό της αποκεντρωμένο σύστημα ελέγχου το οποίο δεν επιβαρύνει τα συστήματα ελέγχου του ανάντη ευρισκόμενου δικτύου με τον έλεγχο κάθε μίας μονάδας ξεχωριστά. Ένα άλλο εξίσου βασικό όσο και πρωτοποριακό γνώρισμά των Μικροδικτύων είναι η δυνατότητα τους να λειτουργούν όχι μόνο διασυνδεδεμένα με το ανάντη δίκτυο ΜΤ, συνήθης λειτουργία, αλλά και απομονωμένα (νησιδοποιημένα), όταν διακοπεί η διασύνδεση με το κύριο δίκτυο με οργανωμένο και ελεγχόμενο τρόπο παρέχοντας στους καταναλωτές αυξημένη αξιοπιστία και βελτιωμένα επίπεδα ποιότητα ισχύος. Αυτή η δυνατότητα βεβαίως απαιτεί εξελιγμένες υποδομές προστασίας, ελέγχου και τηλεπικοινωνιών, προκειμένου να είναι σε θέση να απομονώσουν το Μικροδίκτυο και να παράσχουν σταθερή, αυτόνομη λειτουργία. Η διαρκής όμως πρόοδος στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και ελεγκτών των πηγών διεσπαρμένης παραγωγής συμβάλλει ώστε τέτοια λειτουργία να γίνεται ολοένα και περισσότερο ευκολότερη τεχνικά και οικονομικά να επιτευχθεί

  • θεσμικό νομικό πλαίσιο

    Οι κατάλληλες μορφές σχήματος για ενεργειακό συνεταιρισμό είναι:

    A. Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.): Σύμφωνα με τον προαναφερθέντα Ν. 4019/2011, η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.) είναι αστικός συνεταιρισμός με κοινωνικό σκοπό και διαθέτει εκ του νόμου την εμπορική ιδιότητα. Τα μέλη της Κοιν.Σ.Επ. μπορούν να είναι είτε φυσικά πρόσωπα είτε φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα. Τα μέλη της συμμετέχουν σε αυτήν με μια ψήφο, ανεξάρτητα από τον αριθμό των συνεταιριστικών μερίδων που κατέχουν. Στις Κοιν.Σ.Επ. συγκαταλέγονται μεταξύ τριών κατηγοριών και εκείνες οι οποίες αφορούν την παραγωγή προϊόντων και παροχή υπηρεσιών για την ικανοποίηση των αναγκών της συλλογικότητας (πολιτισμός, περιβάλλον, οικολογία, εκπαίδευση, παροχές κοινής ωφέλειας, αξιοποίηση τοπικών προϊόντων, διατήρηση παραδοσιακών δραστηριοτήτων και επαγγελμάτων κ.α.).

    Β. Αναπτυξιακές Συμπράξεις : Πρόκειται για νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που λειτουργούν με τη μορφή αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας. Εταίροι των Αναπτυξιακών Συμπράξεων μπορεί να είναι: α) τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, β) οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού και οι κοινωφελείς επιχειρήσεις τους, γ) οι δημόσιοι οργανισμοί και επιχειρήσεις, δ) οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες του άρθρου 194 του ν. 3852/2010 (Α’ 87) και της περίπτωσης β’ της παρ. 3 του άρθρου 252 του ν. 3463/2006 (Α’ 114), ε) τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου κερδοσκοπικού ή μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και στ)οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων. (Βλ. άρθρο 18, § 1.και 3.).

    C. Εταιρείες μικτής (δημοτικής – κοινωνικής) βάσης: Σύμφωνα με τον Ν. 3852/2010 «Καλλικράτης»1, άρθρο 107, Επιχειρήσεις Δήμων, οι δήμοι μπορεί να έχουν μόνον: μία κοινωφελή επιχείρηση, μία δημοτική επιχείρηση ύδρευσης αποχέτευσης, μία επιχείρηση με ειδικό σκοπό τη λειτουργία ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σταθμού και μία δημοτική ανώνυμη εταιρία του άρθρου 266 του Κ.Δ.Κ., εφόσον είχαν συσταθεί τέτοιες εταιρίες στους συνεννοούμενους δήμους. Οι δήμοι μπορούν να συνιστούν ή να συμμετέχουν σε ανώνυμες εταιρείες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 265 του Κ.Δ.Κ. Με βάση λοιπόν τις προαναφερόμενες νομοθετικές διατάξεις, οι Δήμοι μπορούν να συμμετέχουν με μέγιστο ποσοστό έως 49% του μετοχικού κεφαλαίου σε κοινές Ανώνυμες Εταιρείες του Ν. 2190/20 όπως αυτός έχει τροποποιηθεί και ισχύει μέχρι σήμερα. Εναπόκειται σε αυτούς, σε Δήμους, ή σε κοινωνικές ομάδες, να αναλαμβάνουν Πρωτοβουλίες για τη σύσταση εταιρειών, με στόχο να αναπτύσσουν δραστηριότητες κοινωνικής οικονομίας σε διάφορους τομείς παραγωγής προϊόντων, αγαθών ή υπηρεσιών, με μικτά εταιρικά σχήματα στα οποία η δημοτική συμμετοχή θα ανέρχεται το πολύ σε 49% των μετοχών και η συμμετοχή πολιτών κατ΄ ελάχιστο σε 51%.

  • χρηματοδοτικά εργαλεία

    Τα χρηματοδοτικά εργαλεία που έχει στη διάθεση του ο ενεργειακός συνεταιρισμός για να προχωρήσει σε έργα ΑΠΕ, πέρα του συνεταιριστικού αποθεματικού και των συνεταιριστικών μερίδων χωρίζονται στις παρακάτω κατηγορίες:

    Χρηματοδότηση κεφαλαίων ή αυτοχρηματοδότηση

    Οικολογική Φορολογία

    Κοινή αγορά

    Μετοχικά κεφάλαια

    Δημοτικά ομόλογα

    Χρηματοπιστωτικά ιδρύματα

    Συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα

    Κινητοποίηση πόρων των τοπικών εταίρων μέσω δημοτικών και περιφερειακών επιδοτήσεων

    Χρηματοδοτικά εργαλεία σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο

    Δημιουργία Ταμείου για την Κοινωνική Οικονομία: Ειδικότερα, σημειώνεται ότι «οι Φορείς Κοινωνικής Οικονομίας έχουν πρόσβαση στη χρηματοδότηση από το Ταμείο Κοινωνικής Οικονομίας, το οποίο συστήνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

    Μπορούν να έχουν πρόσβαση στη χρηματοδότηση από το Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης.

    Μπορούν να εντάσσονται στο ν. 3908/2011 για την «Ενίσχυση των Ιδιωτικών Επενδύσεων για την Οικονομική Ανάπτυξη, την Επιχειρηματικότητα και την Περιφερειακή Συνοχή».

    Μπορούν να εντάσσονται σε προγράμματα στήριξης της επιχειρηματικότητας, σε προγράμματα του ΟΑΕΔ για τη στήριξη της εργασίας και στις κάθε είδους ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης.

    Μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και τους ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού.

  • ενεργειακοί συνεταιρισμοί στην Ευρώπη

  • ρεαλιστικοί στόχοι

  • η θερμική άνεση

    Ως θερμική άνεση ορίζεται “η κατάσταση εκείνη του μυαλού που εκφράζει ικανοποίηση με το θερμικό περιβάλλον”. Εκφράζει μία ψυχολογική κατάσταση του ανθρώπινου μυαλού και συνήθως αναφέρεται στο εάν κάποιος αισθάνεται πολύ ζέστη ή πολύ κρύο. Βέβαια δεν είναι τόσο εύκολο να ορισθεί, διότι πρέπει να ληφθούν υπόψη μία σειρά από παράγοντες που σχετίζονται τόσο με τον άνθρωπο όσο και με το περιβάλλον του. Οι παράγοντες αυτοί αποτελούν αυτό που είναι γνωστό ως “ανθρώπινο θερμικό περιβάλλον” (human thermal environment). Οι παράγοντες που σχετίζονται με το περιβάλλον είναι η θερμοκρασία, η σχετική υγρασία και η ταχύτητα του αέρα, η θερμοκρασία των επιφανειών του χώρου, ο φωτισμός, ο θόρυβος και η ποιότητα του αέρα. Οι παράγοντες που σχετίζονται με τον άνθρωπο είναι το είδος της εργασίας και ο ρυθμός μεταβολισμού, η ένδυση, το φύλο, η ιδιοσυγκρασία, η κατάσταση της υγείας, η ηλικία, η διατροφή και η ψυχολογική κατάσταση. Ο μεγάλος αριθμός αυτών των παραγόντων και η αλληλεπίδρασή τους κάνουν σχεδόν αδύνατο τον καθορισμό ενός θερμικού περιβάλλοντος που να προσφέρει τη μέγιστη θερμική άνεση σε όλους τους ανθρώπους σε ένα χώρο εργασίας. Γι αυτό έχει γίνει αποδεκτό ότι ένα θερμικό περιβάλλον εξασφαλίζει θερμική άνεση όταν ικανοποιεί το 80% των ατόμων που εργάζονται σε αυτό.

    Το ανθρώπινο σώμα, για να εξασφαλίσει την απομάκρυνση της επιπλέον θερμότητας που παράγει, βρίσκεται σε μια συνεχή θερμική συναλλαγή με το περιβάλλον του. Η θερμότητα απομακρύνεται με τους μηχανισμούς μετάδοσης θερμότητας (αγωγιμότητα, συναγωγή και ακτινοβολία) καθώς και με ορισμένες φυσιολογικές λειτουργίες όπως η αναπνοή και ο ιδρώτας. Θερμική άνεση εξασφαλίζεται όταν η επιπλέον θερμότητα που παράγεται από τον ανθρώπινο οργανισμό διαχέεται ομαλά στο περιβάλλον, δηλαδή όταν επιτυγχάνεται θερμική ισορροπία ανάμεσα στο ανθρώπινο σώμα και τον περιβάλλοντα χώρο, και δεν παρουσιάζεται η ανάγκη καταφυγής σε ακραία μέσα όπως είναι ο ιδρώτας και το ρίγος. Το πιο συνηθισμένο μέγεθος αναφοράς στη θερμική άνεση είναι η θερμοκρασία του αέρα, διότι μετράται εύκολα και οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να την καταλάβουν. Οι παράμετροι που επηρεάζουν γενικά τη θερμική άνεση, και οι οποίοι ενώ είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους συνολικά συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός “ανθρώπινου θερμικά περιβάλλοντος” στο χώρο εργασίας, είναι:

    Περιβαλλοντικοί Θερμοκρασία του αέρα, Θερμοκρασία ακτινοβολίας των εσωτερικών επιφανειών, Υγρασία του αέρα, Ταχύτητα του αέρα

    Προσωπικοί Ενδυμασία, Ρυθμός μεταβολισμου

    Βιβλιογραφία 1. ASHRAE Handbook of Fundamentals, 2005 2. Recknagel-Sprenger. Θέρμανση και Κλιματισμός. Εκδ. Γκιούρδας, Αθήνα 1978 3. L. Harriman, G. Brundrett, R. Kittler. Humidity Control Design Guide, ASHRAE 2001 4. F. Reinmuth. Raumlufttechnik, Vogel Buchverlag, 1996

  • συτήματα θέρμανσης

    Ένα σύστημα θέρμανσης πρέπει να εξασφαλίζει τα εξής:

    1) η αισθητή θερμοκρασία στο θερμαινόμενο χώρο πρέπει να είναι κατά το δυνατόν ομοιόμορφη και κατά την κατακόρυφη και κατά την οριζόντια διεύθυνση, περίπου 20 έως 23C, με μία απόκλιση περίπου 1C. Στην περίπτωση αυτή αποκαθίσταται μία διαρκής θερμική ισορροπία μεταξύ της θερμότητας που παράγει ο άνθρωπος από την καύση των τροφών και της θερμότητας που απάγεται από αυτόν στο περιβάλλον.

    2) η θέρμανση πρέπει να είναι ρυθμιζόμενη, δηλαδή πρέπει η αισθητή θερμοκρασία να μπορεί να μεταβάλλεται σε ορισμένα όρια, ανάλογα με την επιθυμία των ανθρώπων που κατοικούν στο θερμαινόμενο χώρο. Στην περίπτωση αυτή πρέπει η ρύθμιση να έχει μικρή αδράνεια. Επίσης ιδιαίτερη σημασία έχει και η γρήγορη θέρμανση του χώρου

    3) δεν πρέπει με τη θέρμανση να πέφτει η ποιότητα του αέρα του χώρου. Δεν πρέπει να παράγεται αισθητή ποσότητα σκόνης, βλαβερών αερίων και ατμών. Επίσης δεν πρέπει να εμφανίζονται ενοχλητικοί θόρυβοι και ρεύματα αέρα

    4) ο χώρος εγκατάστασης πρέπει να είναι όσο το δυνατόν μικρότερος, η χρήση του συστήματος απλή και η συντήρησή του εύκολη

    5) η λειτουργία του συστήματος δεν πρέπει να δημιουργεί κινδύνους για τους ενοίκους του κτιρίου, ακόμη και στις πιο δυσμενείς συνθήκες

    6) το κόστος κατασκευής και λειτουργίας του συστήματος θέρμανσης πρέπει να είναι μικρό και η διάρκεια ζωής του εξοπλισμού ικανοποιητική.

    Τα συστήματα θέρμανσης κατατάσσονται ανάλογα:

    α) με τη θέση της εστίας σε τοπικά, κεντρικά και τηλεθερμάνσεις β) με το καύσιμο σε θερμάνσεις άνθρακα, αερίων καυσίμων, πετρελαίου και ηλεκτρικές γ) με το φορέα θερμότητας σε θερμού νερού, υπέρθερμου νερού και αέρα δ) με τον τρόπο απόδοσης θερμότητας σε θερμάνσεις με συναγωγή, με ακτινοβολία, με αέρα καθώς και με συνδυασμό των παραπάνω τρόπων. Υπάρχουν επίσης και μερικές κατηγορίες εγκαταστάσεων θέρμανσης, οι οποίες αναφέρονται ως ειδικές θερμάνσεις (π.χ. ηλιακή ενέργεια), κυρίως γιατί ο τρόπος παραγωγής θερμότητας σε αυτές δεν περιλαμβάνεται στους κλασσικούς τρόπους.

    Βιβλιογραφία 1. Recknagel-Sprenger. Θέρμανση και Κλιματισμός. Εκδ. Γκιούρδας, Αθήνα 1978 2. Buderus, Handbuch für Heizungstechnik, Beuth Verlag GmbH, 2002

  • θερμικές ανάγκες κτιρίων

    Οι θερμικές ανάγκες ενός χώρου και γενικότερα ενός κτιρίου είναι το ποσό θερμότητας που πρέπει να ληφθεί ως βάση για τον σχεδιασμό της εγκατάστασης θέρμανσης. Οι θερμικές ανάγκες είναι ιδιότητα του χώρου ή του κτιρίου και είναι ανεξάρτητες από το σύστημα θέρμανσης που θα εγκατασταθεί. Εξαρτώνται από το μέγεθος του χώρου, τον τρόπο κατασκευής των τοίχων, το μέγεθος και το υλικό κατασκευής των ανοιγμάτων από τον αερισμό και από άλλους παράγοντες. Προτού γίνει ο υπολογισμός των θερμικών αναγκών σε ένα νέο κτίριο, πρέπει να γίνεται έλεγχος της θερμομόνωσης δηλαδή κατά πόσο το κτίριο εκπληρώνει τις απαιτήσεις του ελληνικού Κανονισμού Θερμομόνωσης Κτιρίων (Κ.Θ.Κ). Ο υπολογισμός των θερμικών αναγκών γίνεται για κάθε χώρο του κτιρίου ξεχωριστά, για να μπορεί να προσδιορισθεί το μέγεθος των θερμαντικών σωμάτων του κάθε χώρου. Το σύνολο των θερμικών αναγκών του κτιρίου προκύπτει από το άθροισμα των θερμικών αναγκών όλων των χώρων που θερμαίνονται.

    Οι πραγματικές θερμικές απώλειες ενός κτιρίου είναι μικρότερες από το ποσό θερμότητας που μπορεί να δώσει η εγκατάσταση θέρμανσης. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο σχεδιασμός της εγκατάστασης γίνεται έτσι ώστε να καλύπτει τις απώλειες του κτιρίου ακόμη και στις ελάχιστες πιθανές τιμές της εξωτερικής θερμοκρασίας (μέση ελάχιστη εξωτερική θερμοκρασία της περιοχής). Οι θερμικές ανάγκες ενός κτιρίου αποτελούν συγχρόνως και τις μέγιστες θερμικές απώλειες. Η μεθοδολογία του υπολογισμού των θερμικών αναγκών βασίζεται στους νόμους της μετάδοσης θερμότητας. Επειδή όμως κατά τον υπολογισμούς πρέπει να καθοριστούν και να εκλεγούν πολλά μεγέθη, όπως π.χ. θερμοκρασίες χώρων διαφόρων χρήσεων, ποσότητες αερισμού κ.λ.π., για να αποφευχθούν αυθαίρετες παραδοχές οι διάφορες χώρες καθιέρωσαν έναν ενιαίο τρόπο υπολογισμού που δίνεται σε μορφή κανονισμού. Οι κανονισμοί αυτοί μπορούν να διαφέρουν από χώρα σε χώρα.

    Ο υπολογισμός των θερμικών απωλειών γίνεται για μόνιμη κατάσταση θέρμανσης δηλ. παραδεχόμαστε ότι όλα τα μεγέθη που υπεισέρχονται στους υπολογισμούς παραμένουν σταθερά με το χρόνο. Επίσης παραδεχόμαστε ότι η θερμοκρασία στις επιφάνειες των διαχωριστικών τοίχων που συνορεύουν με θερμαινόμενους χώρους, είναι η ίδια με την θερμοκρασία του αέρα του χώρου. Έτσι οι εσωτερικοί τοίχοι ανταλλάζουν ακτινοβολία μόνο με την εσωτερική επιφάνεια των εξωτερικών τοίχων. Επίσης εκτός από την ικανοποιητική θέρμανση, στόχος των υπολογισμών είναι και η εξασφάλιση ομοιόμορφης θέρμανσης στο κτίριο με βάση τις απαιτούμενες εσωτερικές θερμοκρασίες. Αυτό είναι εφικτό μέσα σε ορισμένα όρια και εξαρτάται κυρίως από τη θερμική συμπεριφορά του κτιρίου και από την επιλογή των αυτοματισμών και του τρόπου λειτουργίας των.

  • τηλεθέρμανση

    Ένα σύστημα τηλεθέρμανσης διανέμει θερμική ενέργεια από μία κεντρική πηγή σε απομακρυσμένους οικιακούς, εμπορικούς και βιομηχανικούς καταναλωτές για θέρμανση χώρων, παραγωγή θερμού νερού χρήσης ή για διάφορες διεργασίες. Στα συστήματα τηλεθέρμανσης υπάρχει μία μόνο κεντρική εγκατάσταση παραγωγής θερμότητας για ένα μικρό ή μεγάλο σύνολο κτιρίων, σε αντίθεση με τα κλασσικά συστήματα κεντρικής θέρμανσης, στα οποία η εγκατάσταση παραγωγής θερμότητας ευρίσκεται στο τόπο κατανάλωσης (π.χ. λέβητας σε μονοκατοικία ή πολυκατοικία, σχολείο, νοσοκομείο κ.λ.π.). Η θερμότητα διανέμεται προς τα επιμέρους θερμαινόμενα κτίρια με θερμό νερό ή ατμό μέσω σωληνώσεων, και η οικονομική εκμετάλλευση ανήκει σε επιχειρήσεις ή δήμους, όπως στα συστήματα ύδρευσης. Η τηλεθέρμανση αποτελεί μία τεχνολογία θέρμανσης πόλεων και οικισμών, η οποία ενώ εφαρμόζεται στις Ευρωπαϊκές χώρες και στις Η.Π.Α. εδώ και πολλές δεκαετίες, στην Ελλάδα άρχισε η εφαρμογή της μόλις στη δεκαετία του 90 με τις τηλεθερμάνσεις των πόλεων της Πτολεμαΐδας και της Κοζάνης. Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθεί ότι τα συστήματα τηλεθέρμανσης στην Ισλανδία καλύπτουν το 98% των ενεργειακών αναγκών για θέρμανση, στην Εσθονία, Πολωνία, Δανία, Σουηδία και Φιλανδία περίπου το 50% και σε πολλές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες μικρότερα ποσοστά. Μία εγκατάσταση τηλεθέρμανσης αποτελείται από τα παρακάτω τμήματα: α) Τον κεντρικό σταθμό παραγωγής ενέργειας β) Το δίκτυο διανομής θερμότητας γ) Τους υποσταθμούς των κτιρίων

    Από τα πλεονεκτήματα που παρουσιάζουν τα συστήματα τηλεθέρμανσης μπορούν ενδεικτικά να αναφερθούν τα παρακάτω:

    1. Κατάργηση της μεμονωμένης μεταφοράς καυσίμων στα κτίρια (κυκλοφοριακή αποσυμφόρηση). 2. Μείωση του κόστους συντήρησης των εγκαταστάσεων κεντρικής θέρμανσης στα μεμονωμένα κτίρια, λόγω της κατάργησης του λέβητα. 3. Εξάλειψη των κινδύνων πυρκαγιάς και ατυχημάτων στα μεμονωμένα κτίρια, από την εγκατάσταση θέρμανσης. 4. Ελάττωση των θορύβων από τη λειτουργία της εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης. 5. Εξοικονόμηση χώρων στα κτίρια λόγω της κατάργησης του λέβητα, της δεξαμενής καυσίμου και της καπνοδόχου. 6. Δυνατότητα κεντρικού ελέγχου των ρύπων, ιδιαίτερα του SO2 και των ΝΟx των καυσαερίων. 7. Μεγάλος βαθμός απόδοσης. Ο βαθμός απόδοσης σε μερική λειτουργία ενός κεντρικού σταθμού παραγωγής θερμότητας είναι μεγαλύτερος από ότι σε πολλούς μικρούς μεμονωμένους. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στον κεντρικό σταθμό υπάρχουν πολλοί λέβητες, οι οποίοι μπαίνουν σε λειτουργία σταδιακά ανάλογα με τη ζήτηση και λειτουργούν συνήθως στο μέγιστο της ισχύος τους. 8. Μεγάλος βαθμός εκμετάλλευσης του καυσίμου. Οι σταθμοί συμπαραγωγής έχουν πολύ μεγαλύτερη απόδοση (άνω του 80%) σε σχέση με τους μεμονωμένους σταθμούς παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας (έως 42%). 9. Αξιοπιστία παροχής ενέργειας, από την ύπαρξη εφεδρικών λεβήτων. 10. Δυνατότητα σύνδεσης με υπάρχοντα κτίρια.

  • κατανάλωση ενέργειας θέρμανσης

    Η κατανάλωση ενέργειας ενός συστήματος θέρμανσης εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Οι κυριότεροι από αυτούς είναι ο σχεδιασμός του κτιρίου από ενεργειακή άποψη, η ρύθμιση του συστήματος, η κατασκευή και η συντήρηση της εγκατάστασης και ο τρόπος χρήσης του κτιρίου. Η ενέργεια που καταναλώνεται στα συστήματα θέρμανσης αποτελείται από την ενέργεια που καταναλώνουν: - οι κεντρικές συσκευές παραγωγής θερμότητας (λέβητας, αντλία θερμότητας) - οι συσκευές που μεταφέρουν τη θερμική ενέργεια από τις κεντρικές συσκευές στα θερμαντικά σώματα (αντλίες, ανεμιστήρες), που είναι εγκατεστημένα στους κατοικήσιμους χώρους του κτιρίου. Η ενέργεια που καταναλώνουν οι κεντρικές συσκευές (λέβητας, αντλία θερμότητας) εξαρτάται από: - τις θερμικές απώλειες του κτιρίου, δηλαδή από τη θερμική προστασία του κτιρίου και από τους διάφορους εξωτερικούς παράγοντες που διαμορφώνουν τα θερμικά φορτία (θερμοκρασία, αερισμός) - από τα θερμικά κέρδη τα οποία προέρχονται από την ηλιακή ακτινοβολία,τα άτομα, τις συσκευές και το φωτισμό του κτιρίου.

    Η κατανάλωση ενέργειας των κεντρικών συσκευών στα συστήματα θέρμανσης εξαρτάται κυρίως από την ένταση των εξωτερικών παραγόντων, οι οποίοι μεταβάλλονται συνεχώς, και από τη σωστή επιλογή, διαστασιολόγηση και συντήρηση των συσκευών. Τα εσωτερικά φορτία και ο τρόπος χρήσης του κτιρίου επηρεάζει σε μικρότερο βαθμό την κατανάλωση ενέργειας. Φυσικά η διαπίστωση αυτή ισχύει εφόσον τηρούνται όλοι οι κανόνες εξοικονόμησης ενέργειας τόσο στο σχεδιασμό όσο και στη λειτουργία της εγκατάστασης θέρμανσης. Ο λέβητας στις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης καταναλώνει συνήθως πετρέλαιο ή φυσικό αέριο ενώ εάν η εγκατάσταση περιλάμβανει και αντλία θερμότητας καταναλώνεται και ηλεκτρική ενέργεια. Εάν το σύστημα θέρμανσης είναι με νερό καταναλώνεται ηλεκτρική ενέργεια και από τους κυκλοφορητές που μεταφέρουν το θερμό νερό από το λέβητα ή την αντλία θερμότητας προς τους κατοικήσιμους χώρους και αντίστροφα. Εάν το σύστημα θέρμανσης είναι με αέρα καταναλώνεται ηλεκτρική ενέργεια από τον/τους ανεμιστήρα/ες που μεταφέρουν το θερμό αέρα από τον αερολέβητα στους κατοικήσιμους χώρους και αντίστροφα. Τέλος υπάρχει και μία κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στον καυστήρα του λέβητα και στο σύστημα ρύθμισης και αυτοματισμού. Η ετήσια κατανάλωση ενέργειας ενός συστήματος θέρμανσης είναι απαραίτητο να υπολογίζεται, γιατί είναι ο κυριότερος παράγοντας του λειτουργικού κόστους του συστήματος. Η σύγκριση διαφόρων εναλλακτικών λύσεων και η επιλογή της βέλτιστης δυνατής μπορεί να γίνει μόνο με την εκτίμηση της ενεργειακής κατανάλωσης όλων των δυνατών επιλογών. Η καλύτερη μέθοδος εκτίμησης για την κατανάλωση ενέργειας συστημάτων σε υπάρχοντα κτίρια είναι οι μετρήσεις και οι παρατηρήσεις στην λειτουργία των συστημάτων. Ακριβείς μετρήσεις στη διάρκεια ορισμένων ετών αποτελούν το καλύτερο αρχείο για την εκτίμηση της ενεργειακής συμπεριφοράς των συστημάτων στο μέλλον και για την διόρθωση διαφόρων ενεργειακών αστοχιών. Εάν τέτοιες μετρήσεις δεν υπάρχουν είναι απαραίτητο να γίνουν υπολογισμοί με μία από τις μεθόδους εκτίμησης, οι οποίες υπάρχουν.

  • σύγκριση κόστους θέρμανσης

    Εργαστήριο Ατμοκινητήρων & Λεβήτων, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Ινστιτούτο Χημικών Διεργασιών και Ενεργειακών Πόρων, Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης

  • ενδοδαπέδια θέρμανση - ψύξη

    Η θέρμανση δαπέδου είναι σύστημα θέρμανσης επιφάνειας ακτινοβολίας, στο οποίο θερμαντική επιφάνεια είναι το δάπεδο του θερμαινόμενου χώρου. Στις σύγχρονες κατασκευές το δάπεδο θερμαίνεται με νερό χαμηλής θερμοκρασίας 30 – 60 °C, που διέρχεται από ενσωματωμένους σε αυτό σωλήνες ή με ενσωματωμένες ηλεκτρικές αντιστάσεις. Τα βασικά πλεονεκτήματα της εγκατάστασης θέρμανσης δαπέδου είναι:

    • Δεν δεσμεύεται χώρος για τα θερμαντικά σώματα. • Δεν απαιτείται καθάρισμα των σωματιδίων σκόνης που συγκεντρώνονται στα σώματα και στους τοίχους πάνω από αυτά. • Οι εσωτερικές συνθήκες άνεσης επιτυγχάνονται με χαμηλότερη εσωτερική θερμοκρασία του αέρα του χώρου έναντι των άλλων συμβατικών συστημάτων. • Η κατανομή της θερμοκρασίας των χώρων είναι ομοιόμορφη. • Είναι σύστημα χαμηλών θερμοκρασιών. • Το σύστημα παρέχει τη δυνατότητα χρήσης εναλλακτικών μορφών ενέργειας (ηλιακή, γεωθερμία), επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ψύξη. Ως μειονεκτήματα μπορούν να αναφερθούν: • Η μεγαλύτερη θερμική αδράνεια του συστήματος και επομένως η καθυστέρηση απόκρισης στη ρύθμιση. • Η δέσμευση του δαπέδου έναντι μελλοντικών αλλαγών τελικής κάλυψης. • Το μεγαλύτερο κόστος κατασκευής έναντι της θέρμανσης με σώματα.

    Η τελική επικάλυψη του δαπέδου μπορεί να είναι φυσικές λιθόπλακες, πλάκες μαρμάρου, κεραμικά πλακάκια, μοκέτα, παρκέ, ελαστικά πατώματα. Απαιτείται καλή επαφή της τελικής αυτής στρώσης με το θερμαινόμενο δάπεδο για να επιτυγχάνεται επαρκής αγωγιμότητα και ικανοποιητική θερμική απόδοση με χαμηλές θερμοκρασίες νερού. Οι βασικές παράμετροι του σχεδιασμού είναι η διάταξη των κυκλωμάτων θέρμανσης, η απόσταση μεταξύ των σωλήνων, η διαφορά θερμοκρασίας προσαγωγής – επιστροφής του νερού και η παροχή. Η ικανότητα θέρμανσης και ψύξης ενός συστήματος δαπέδου εξαρτάται από την εναλλαγή θερμότητας μεταξύ της επιφανείας του δαπέδου και του χώρου με συναγωγή και ακτινοβολία, από τη θερμική αγωγή μεταξύ της επιφανείας του δαπέδου και των σωλήνων νερού, δηλαδή από το υλικό επίστρωσης του δαπέδου, το πάχος του σκυροδέματος, την απόσταση των σωλήνων καθώς και από τη μεταφορά θερμότητας από το νερό, δηλαδή από την παροχή και την διαφορά θερμοκρασίας του νερού. Σε κάθε χώρο προβλέπεται χωριστό κύκλωμα νερού. Η διάταξη του κυκλώματος και οι αποστάσεις των σωλήνων καθορίζονται από τα χαρακτηριστικά και τις θερμικές απαιτήσεις του χώρου. Σε χώρους μεγάλου εμβαδού μπορεί να απαιτηθούν περισσότερα κυκλώματα. Η διαδικασία υπολογισμού περιλαμβάνει γενικά τον υπολογισμό των θερμικών απαιτήσεων των χώρων, τους υπολογισμούς αποδόσεων ανά χώρο και τους υπολογισμούς παροχών και πτώσεων πίεσης ανά κύκλωμα θέρμανσης. Για τον υπολογισμό μελέτης και το σχεδιασμό κατασκευής εγκαταστάσεων πρέπει ο μελετητής να συνεργάζεται με τον κατασκευαστή του συστήματος θέρμανσης δαπέδου που θα επιλεγεί, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η πιστοποιημένη εφαρμογή του συστήματος και η παροχή των απαιτούμενων εγγυήσεων από τον κατασκευαστή.

  • αντλίες θερμότητας

    Η αντλία θερμότητας είναι μία συσκευή η οποία έχει την ικανότητα να απορροφά (να αντλεί) θερμότητα από μία πηγή χαμηλής θερμοκρασίας και να τη μεταφέρει σε έναν αποδέκτη υψηλότερης θερμοκρασίας. Αποτελείται από τα ίδια κατασκευαστικά μέρη (συμπιεστή, συμπυκνωτή, εξατμιστή, εκτονωτική βαλβίδα) και έχει τις ίδιες αρχές λειτουργίας με τις συσκευές ψύξης. Η μεταφορά της θερμότητας από την χαμηλή στην υψηλή θερμοκρασία γίνεται με κατανάλωση μηχανικής ενέργειας για την λειτουργία του συμπιεστή της συσκευής. Η μεταφορά της θερμότητας μεταξύ των δύο χώρων διαφορετικής θερμοκρασίας γίνεται με τη βοήθεια των ψυκτικών ρευστών. Τα ψυκτικά ρευστά, ακολουθώντας μία κυκλική λειτουργία σε ένα θερμοδυναμικό κύκλο, απορροφούν θερμότητα όταν εξατμίζονται και αποβάλλουν θερμότητα όταν συμπυκνώνονται. Επειδή τα περισσότερα ψυκτικά ρευστά έχουν την ιδιότητα να εξατμίζονται σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες, μπορούν να απορροφήσουν θερμότητα ακόμη και όταν η θερμοκρασία της πηγής θερμότητας (π.χ. αέρας) είναι μικρότερη από τους 0C. Βέβαια όσο μεγαλύτερη είναι η θερμοκρασία της πηγής θερμότητας τόσο μεγαλύτερος είναι και ο βαθμός απόδοσης της αντλίας θερμότητας.

    Η αρχή λειτουργίας των αντλιών θερμότητας είναι ίδια με αυτή που εφαρμόζεται στα κοινά ψυγεία, όπου η θερμότητα μεταφέρεται από τον χώρο του ψυγείου (~ 5ºC) στον χώρο του περιβάλλοντος (~ 20ºC). Οι αντλίες θερμότητας που χρησιμοποιούνται για θέρμανση μεταφέρουν θερμότητα από το εξωτερικό περιβάλλον (αέρα, νερό, έδαφος) σε έναν θερμαινόμενο χώρο, ενώ οι αντλίες θερμότητας που χρησιμοποιούνται για ψύξη μεταφέρουν θερμότητα από ένα χώρο που ψύχεται προς το εξωτερικό περιβάλλον. Συνήθως οι αντλίες θερμότητας χρησιμοποιούνται τόσο για τη θέρμανση όσο και για την ψύξη ενός χώρου, χωρίς αυτό να αποτελεί τον κανόνα, διότι σε πολλές περιπτώσεις μία αντλία θερμότητας εγκαθίσταται αποκλειστικά για θέρμανση. Ο λόγος της αντλούμενης θερμικής ενέργειας προς την απορροφούμενη ηλεκτρική ενέργεια, δηλαδή ο βαθμός αποδοτικότητας COP (Coefficient of performance) στις σύγχρονες αντλίες θερμότητας κυμαίνεται από 2,5 έως 4, ανάλογα με την τεχνολογία που χρησιμοποιείται (Inverter – hi-efficiency heat exchangers – control) & τις θερμοκρασίες περιβάλλοντος. Η χώρα μας βρίσκεται σε μια γεωγραφική περιοχή όπου η θέρμανση μέσω της άντλησης θερμότητας μπορεί να καλύψει πλήρως τις ανάγκες θέρμανσης σε όλη την Ελλάδα.

    Σε περιπτώσεις κατοικιών όπου υπάρχουν τα συμβατικά συστήματα θέρμανσης (λέβητες θερμού νερού, ηλεκτρικές θερμάνσεις) υπάρχει και η δυνατότητα παράλληλης εγκατάστασης ηλεκτροκίνητων αντλιών θερμότητας. Η τεχνολογία τους έχει δοκιμαστεί και μπορούν να ενσωματωθούν σε κάθε υπάρχουσα κεντρική θέρμανση. Ο σχεδιασμός και η εγκατάσταση τέτοιων συστημάτων φυσικά απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή ώστε να συνδυασθούν με ακρίβεια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τόσο της αντλίας θερμότητας όσο και των συμβατικών συσκευών θέρμανσης.

  • ηλιακή θέρμανση

    Στην Ελλάδα οι ώρες ηλιοφάνειας την χειμερινή περίοδο είναι ιδιαίτερα πολλές και δεδομένης της υψηλής μέσης θερμοκρασίας εξωτερικού περιβάλλοντος, μπορούμε σχετικώς εύκολα να καλύψουμε μεγάλο μέρος των ενεργειακών αναγκών μιας κατοικίας, και ακόμα ευκολότερα ενός επαγγελματικού ή βιομηχανικού χώρου που λειτουργεί μόνο κατά την διάρκεια της ημέρας. Σύμφωνα με την μελέτη του Κ.Α.Π.Ε. σε μία κατοικία εάν εγκαταστήσουμε εμβαδό συλλεκτών ίσο με το 20% της προς θέρμανση επιφάνειας θα κερδίσουμε το 40-50% της συνολικής απαιτούμενης ενέργειας για θέρμανση στην σεζόν. Το σύστημα ηλιακής υποβοήθησης θέρμανσης θα μπορούσαμε να το χωρίσουμε σε δύο σκέλη.Α) Το σκέλος συλλέκτες–solar kit και Β) το σκέλος του δοχείου αδρανείας και των παρελκόμενων του .

    Οι συλλέκτες παράγουν την θερμική ενέργεια και το solar kit που εμπεριέχει έναν κυκλοφορητή ελεγχόμενο από τον διαφορικό θερμοστάτη την μεταφέρει μέσω του ηλιοθερμικού υγρού στο δοχείο αδρανείας. Η συνολική συλλεκτική επιφάνεια που θα προσδιοριστεί από τις ανάγκες ,το ζητούμενο αποτέλεσμα, αλλά και την σχεδίαση του συστήματος, επιτυγχάνεται μέσω συστοιχίας συλλεκτών, συνήθως των 2 έως 2,5 m2 ανά συλλέκτη. Οι τύποι των συλλεκτών που είναι κατάλληλοι για την ηλιακή θέρμανση είναι οι επιλεκτικής βαφής επίπεδοι συλλέκτες και αυτοί με τις σωλήνες κενού. Η θερμότητα που μπορεί να αποθηκευτεί σε ένα δοχείο αδρανείας είναι ανάλογη της χωρητικότητας του σε λίτρα νερού αλλά και της διαφοράς θερμοκρασίας του δοχείου από την θερμοκρασία λειτουργίας του συστήματος θέρμανσης.

    Σε ένα σύστημα ενδοδαπέδιας θέρμανσης που λειτουργεί στους 35-40C ένα δοχείο αδρανείας 1.000 lt που έχει φτάσει σε θερμοκρασία 80C μπορεί να προσφέρει μέχρι να κατέβει στους 35C πολύ περισσότερη θερμότητα από το ίδιο δοχείο σε ένα σύστημα με σώματα panel που λειτουργούν στους 65C. Μια δεύτερη παράμετρος που επηρεάζει σημαντικά την διαστασιολόγιση του δοχείου είναι οι κλιματολογικές συνθήκες. Εξ αυτού του λόγου σε ένα μεγάλο ποσοστό των ημερών με ηλιοφάνεια δεν απαιτείται θέρμανση κατά τη διάρκεια της ημέρας και έτσι το δοχείο πρέπει να έχει την δυνατότητα να αποθηκεύει έως και όλη την ημερήσια παραγόμενη ενέργεια.

    Ένα ενεργειακό τζάκι νερού ή μία σόμπα pellet θα μπορούσε να καλύψει το υπόλοιπο των θερμικών αναγκών και να συντελέσει στην ταχύτερη απόσβεση της εφαρμογής. Η ύπαρξη του δοχείου μας δημιουργεί την δυνατότητα σύνδεσης και διαχείρισης και άλλων πηγών ενέργειας πάνω στο σύστημα χωρίς ιδιαίτερα πρόσθετα έξοδα. Η απόσβεση του συστήματος διαφέρει ανάλογα την περιοχή και τον τύπο του έργου, επίσης, ένας επαγγελματικός χώρος που μπορεί να σχεδιαστεί με πολύ μικρό δοχείο αδρανείας άρα και μικρότερη αρχική επένδυση θα αποσβέσει την αρχική επένδυση αρκετά γρήγορα. Το team των μηχανολόγων και σχεδιαστών της ambiente cooperativa μπορεί να σχεδιάσει και να εγκαταστήσει ένα σύστημα προσαρμοσμένο στις ανάγκες του έργου και να σας εκτιμήσει τον χρόνο απόσβεσης του.

  • πέλλετ

    Οι σόμπες πέλλετ είναι σύγχρονες συσκευές θέρμανσης οι οποίες χαρακτηρίζονται από υψηλή τεχνολογία (πχ έχουν ηλεκτρονικό σύστημα διαχείρισης, μπορεί να προγραμματιστεί η λειτουργία τους κλπ) ενώ παράλληλα προσφέρουν αυτονομία θέρμανσης και λγότερους ρύπους. Μια σόμπα πέλλετ ουσιαστικά έχει παρόμοια λειτουργία με αυτή του λέβητα, με τη διαφορά ότι η εγκατάστασή της δεν απαιτεί κάποιον ξεχωριστό χώρο αλλά μπορεί να εγκατασταθεί σε οποιοδήποτε σημείο του σπιτιού (αρκεί να υπάρχει παροχή ρεύματος και κάποιο σημείο από όπου θα μπορεί να εξάγεται ο καπνός). Οι σόμπες πέλλετ νερού δεν θερμαίνουν άμεσα το χώρο μέσω θερμού αέρα αλλά συνδέονται με το σύστημα θέρμανσης του σπιτιού και μέσω της καύσης πέλλετ ζεσταίνει το νερό το οποίο στη συνέχεια με τη βοήθεια του κυκλοφορητή διοχετεύεται στα θερμαντικά σώματα του σπιτιού. Ο καπνός της καύσης διαχειρίζεται από μια ηλεκτρονική πλακέτα που επιβλέπει όλη τη λειτουργία της σόμπας, με στόχο την κατανάλωση με υψηλή απόδοση. Με αυτό τον τρόπο μία σόμπα καλοριφέρ ζεσταίνει όλο το σπίτι και παράγει ζεστό νερό για κάθε χρήση, τροφοδοτεί το δίκτυο θέρμανσης χρησιμοποιώντας τις ίδιες σωληνώσεις και σώματα.

    Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι σόμπες πέλλετ νερού, όπως άλλωστε και οι αερόθερμες, διαθέτουν αυτοματισμούς για ευκολία και προγραμματισμό στη χρήση. Για παράδειγμα, υπάρχει η δυνατότητα ενεργοποίησης από απόσταση με κινητό τηλέφωνο ή μόντεμ στέλνοντας σήμα για τον προγραμματισμό της θέρμανσης. Τέλος, ο συγκεκριμένος τύπος σομπών πέλλετ, προτείνεται για διαμερίσματα και μεζονέτες χωρίς καμία παρέμβαση στα υπάρχοντα αρχιτεκτονικά σχέδια. Η καύσιμη ύλη αποθηκευμένη σε ρεζερβουάρ ενσωματωμένο στο πίσω μέρος της συσκευής, εξασφαλίζει μία απρόσκοπτη και διαρκή λειτουργία. Το υλικό προωθούμενο από ένα κοχλία με ρυθμιζόμενη ταχύτητα που κινείται με την βοήθεια ενός ηλεκτροκινητήρα, αναγκάζεται να σκαρφαλώσει στον αγωγό τροφοδοσίας και από εκεί να πέσει στο σημείο καύσης. Στην διάρκεια της καύσης είναι ορατό με την βοήθεια του παράθυρου με το πυρίμαχο κρύσταλλο που είναι τοποθετημένο στην μπροστινή όψη της κατασκευής. Η καύση έχει σαν αποτέλεσμα την παραγωγή φλόγας η οποία ερχόμενη σε απευθείας επαφή με το περίβλημα του χώρου καύσης, μεταφέρει τις θερμίδες της στο νερό που κυκλοφορεί στα ειδικά διαμορφωμένα υδατοστεγή διαμερίσματα. Παράλληλα ο καπνός που δημιουργείται από την καύση απάγεται με την χρήση ειδικού απορροφητήρα οδηγούμενος διαμέσου μιας διαδρομής η οποία τον υποχρεώνει γυρνώντας τρεις φορές μέσα στην κατασκευή, να αφήσει όλες τις θερμίδες στο νερό. Στην φάση αυτή το νερό ζεστό ήδη κινείται μέσα στο κύκλωμα με την βοήθεια μιας αντλίας. Η παρουσία ενός δοχείου διαστολής στο εσωτερικό της κατασκευής, εξασφαλίζει την ασφαλή λειτουργία ακόμη και σε θερμοκρασίες βρασμού του νερού. Με την λειτουργία ενός εναλλάκτη θερμότητας και μιας τρίοδης βαλβίδας που ενεργοποιείται από ένα ροοστάτη υπάρχει η δυνατότητα παροχής ζεστού νερού χρήσης. Πράγματι ο ροοστάτης μόλις διαγνώσει ζήτηση ζεστού νερού, ενεργοποιεί την ηλεκτροβαλβίδα που οδηγεί το ζεστό νερό στον εναλλάκτη και το σύστημα παράγει ζεστό νερό που προωθείται στην συσκευή από την οποία εκδηλώθηκε η ζήτηση. Όταν η ζήτηση σταματήσει ο ροοστάτης ενεργοποιεί και πάλι την βαλβίδα και το ζεστό νερό οδηγείται και πάλι στην προηγούμενη χρήση του.

  • ηλιακή ενέργεια

    Η διαδικασία φωτοηλεκτρικής μετατροπής της ηλιακής ακτινοβολίας βασίζεται στο φωτοβολταϊκό φαινόμενο και είναι μια καθαρή φωτονική μέθοδος, καθώς η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια δημιουργείται κατευθείαν από τα φωτόνια της ηλιακής ακτινοβολίας. Τα ηλιακά (φωτοβολταϊκά) στοιχεία (κυψέλες, κύτταρα) μετατρέπουν την προσπίπτουσα πάνω τους ηλιακή ακτινοβολία κατ’ ευθείαν σε ηλεκτρικό ρεύμα (D.C.) χωρίς να μεσολαβεί κανένας θερμοδυναμικός κύκλος ή κινητό μέρος. Τα φωτοβολταϊκά κύτταρα αποτελούνται από έναν ημιαγωγό, με προσαρμοσμένα ηλεκτρόδια στην εμπρός και πίσω όψη. Η ένταση του ρεύματος που αναπτύσσεται εξαρτάται από το εμβαδόν της επιφάνειας του στοιχείου, την ένταση και την περιεκτικότητα της ηλιακής ακτινοβολίας σε ενεργά φωτόνια. Οι φωτοβολταϊκές γεννήτριες αποτελούνται από ηλιακά κύτταρα δηλαδή από δίσκους πυριτίου διαμορφωμένους σε διόδους, που δέχονται την ηλιακή ακτινοβολία και την μετατρέπουν κατευθείαν σε ηλεκτρική ενέργεια, χωρίς την παρεμβολή άλλων διεργασιών.

    Η λειτουργία ενός ηλιακού (φωτοβολταϊκού) στοιχείου στηρίζεται στην δημιουργία διαφοράς δυναμικού στο εσωτερικό ενός υλικού, η οποία μπορεί να κατευθύνει τα ηλεκτρόνια που ελευθερώνονται από την κρούση των φωτονίων της ακτινοβολίας και να δημιουργήσει έτσι ηλεκτρικό ρεύμα. Σε γενικές γραμμές το φωτοβολταϊκό (Φ/Β) στοιχείο (cell) αποτελείται από την ένωση των δύο ημιαγωγών, με προσαρμοσμένα ηλεκτρόδια στην εμπρός και πίσω όψη και το περίβλημά τους που τα προστατεύει από τις καιρικές συνθήκες. Πολλά Φ/Β στοιχεία κατάλληλα συνδυασμένα και συνδεδεμένα δημιουργούν το Φ/Β πλαίσιο (module). Με τη σειρά τους αριθμός Φ/Β πλαισίων δημιουργεί μια Φ/Β συστοιχία. Συστοιχίες Φ/Β δημιουργούν το Φ/Β πεδίο ή αλλιώς τη Φ/Β γεννήτρια., που μαζί με τον άλλο απαραίτητο εξοπλισμό (καλωδιώσεις, συστήματα ελέγχου κα ι προστασίας, ανορθωτές/ μετασχηματιστές, κτλ) σχηματίζουν ένα Φ/Β σύστημα ή ένα Φ/Β σταθμό.

    Ο βαθμός απόδοσης του ηλιακού κυττάρου ορίζεται ως: n = pmax/pm όπου pm είναι η προσπίπτουσα ηλιακή φωτεινή ακτινοβολία. Η ηλεκτρική ισχύς που μπορούμε να πάρουμε από ένα ηλιακό κύτταρο εξαρτάται βέβαια από την ισχύ της ηλιακής ακτινοβολίας που δέχεται αυτό, αλλά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από τους ενδογενείς παράγοντες που επηρεάζουν τον βαθμό απόδοσης. Οι κυριότεροι από αυτούς είναι οι εξής: 1. Απώλειες λόγω ανακλάσεων στην εξωτερική επιφάνεια του κυττάρου. Οι απώλειες αυτές μπορούν να μειωθούν είτε με χρήση αντανακλαστικών καλυμμάτων είτε με έντονη νόθευση των ημιαγωγών. 2. Μη πλήρης απορρόφηση των προσπιπτόντων φωτονίων. Οι απώλειες αυτές είναι της τάξεως του 22%. Αντιμετωπίζονται με αύξηση του πάχους του κυττάρου ή με χρήση κυττάρων πολλαπλών στρώσεων. 3. Οι απώλειες θερμότητας για φωτόνια με μεγάλη ενέργεια (Ε>Εg). Η υπερθέρμανση προκαλεί σημαντική μείωση της απόδοσης γι’ αυτό είναι απαραίτητο να υπάρχει ένα είδος ψύξης του συστήματος το οποίο θα μπορούσε στη συνέχεια να χρησιμοποιεί την απαγόμενη θερμότητα για την θέρμανση νερού. Ένα πρόβλημα των Φ/Β συστημάτων είναι ο ετεροχρονισμός μεταξύ παραγωγής και ζήτησης της ενέργειας. Απαιτείται επομένως η ενδιάμεση αποθήκευση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.

  • αιολική ενέργεια

    Από θερμοδυναμική άποψη ο άνεμος είναι πηγή ενέργειας υψηλής ποιότητας (κινητικής) και κατά συνέπεια προσφέρεται για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και γενικά για μετατροπή σε μηχανική ενέργεια. Οι αέριες μάζες της ατμόσφαιρας, κάτω από την επίδραση των συνεχών μεταβολών της ατμοσφαιρικής πίεσης, κινούνται και αποτέλεσμα αυτής της κίνησης είναι ο άνεμος. Στοιχεία που προσδιορίζουν τον άνεμο είναι η διεύθυνση και η ένταση της ταχύτητάς του. Οι πιο κατάλληλοι α/κ για ηλεκτροπαραγωγή είναι οι πολύστροφοι, μικρής στιβαρότητας, οριζόντιου άξονα και οι αντίστοιχοι κατακόρυφου άξονα τύπου Darrieus. Οι α/κ αυτοί ονομάζονται ανεμογεννήτριες (α/γ). Τα βασικά τους μέρη, είναι η πτερωτή, αλλιώς δρομέας ή ρότορας (rotor), ο χώρος των μηχανισμών (nacelle), γνωστός και ως μηχανοστάσιο, και ο πυλώνας/πύργος στήριξης (tower). Η λειτουργία ενός συνηθισμένου συστήματος μετάδοσης ισχύος είναι η εξής. Στον άξονα (που ονομάζεται κύρια άτρακτος) είναι συνδεμένος ο δρομέας. Η κύρια άτρακτος εδράζεται σε δύο έδρανα κυλίσεως και συνδέεται με την αργή άτρακτο του αυξητήρα με ένα σύνδεσμο. Στον αυξητήρα, με το σύστημα των οδωντωτών τροχών αυξάνεται διαδοχικά η περιστροφική ταχύτητα μέχρι την άτρακτο εξόδου, η οποία τελικά συνδέεται με την ηλεκτρογεννήτρια.

    Η μετατροπή της μηχανικής ενέργειας σε ηλεκτρική γίνεται στην γεννήτρια: Περιστρέφοντας τον άξονά της δίνει ηλεκτρικό ρεύμα στους ακροδέκτες της. Η λειτουργία της είναι αντίστροφη από αυτήν του συνηθισμένου ηλεκτροκινητήρα: Ενώ δηλαδή ο ηλεκτροκινητήρας τροφοδοτείται ηλεκτρική ενέργεια και αποδίδει στον άξονά του μηχανική ισχύ η ηλεκτρογεννήτρια τροφοδοτείται με μηχανική ισχύ από τον άξονά της και αποδίδει ηλεκτρική ενέργεια. Προκειμένου να συνδεθούν ο δρομέας (που περιστρέφεται π.χ. με 40 στροφές ανά λεπτό) με την ηλεκτρογεννήτρια (που περιστρέφεται με περίπου 1.500 στροφές ανά λεπτό) παρεμβάλετε ένας μηχανισμός αύξησης στροφών, που στις πιο συνηθισμένες περιπτώσεις είναι ένας απλός μειωτήρας με οδοντωτούς τροχούς που όμως συνδέεται ανάποδα και έτσι λειτουργεί ως αυξητήρας. Η γεννήτρια μπορεί να είναι συνεχούς ή εναλλασσόμενου ρεύματος, σύγχρονη ή ασύγχρονη. Οι ασύγχρονες γεννήτριες είναι γενικά πιο απλής κατασκευής και πιο οικονομικές, λειτουργούν μόνο παράλληλα με το δίκτυο (γιατί παίρνουν ρεύμα διέγερσης απ’ αυτό) αλλά η ισχύς τους πρέπει να είναι μικρή ως προς την ισχύ του δικτύου. Οι σύγχρονες γεννήτριες είναι λιγότερο οικονομικές, μπορούν να χρησιμοποιηθούν και παράλληλα με το δίκτυο και αυτόνομα και, επειδή αυτοδιεγείρονται, η ισχύς τους μπορεί να είναι συγκρίσιμη με αυτήν του δικτύου, ενώ για τη σύνδεση με το δίκτυο απαιτείται ρύθμιση ισχύος. Στις α/γ κατακόρυφου άξονα ο δρομέας αποτελείται από δύο ή τρία πτερύγια που για να περιστραφούν χρειάζονται "εξωτερική βοήθεια", όπως υποβοήθηση από ηλεκτροκινητήρα (η/κ) ή συνδυασμό με α/κ Savonius. Δεν χρειάζονται αλλαγή προσανατολισμού του ρότορα ως προς την κατεύθυνση πνοής του ανέμου και είναι εύκολή η πρόσβαση στο χώρο των μηχανισμών που βρίσκεται στο κάτω μέρος της όλης εγκατάστασης.

  • γεωθερμία

    Η γεωθερμική ενέργεια εξασφαλίζεται με τη χρήση της θερμότητας του εσωτερικού της γης. Η ίδια η γη εκπέμπει ποσότητα αυτής της θερμότητας μέσω θερμοπιδάκων, θερμών πηγών ή ακόμα και μέσω ηφαιστείων και σεισμών. Η κύρια πηγή αυτής της θερμότητας είναι η δέσμευση της ηλιακής ακτινοβολίας και θερμότητας από την επιφάνεια της γης. Οι αρχαίοι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν νερό από θερμές πηγές στις καθημερινές τους δραστηριότητες και το ίδιο συμβαίνει σήμερα σε πολλές χώρες παγκόσμια όπως την Ισλανδία, την Τουρκία και την Ιαπωνία. Στην Ισλανδία η γεωθερμία είναι τόσο διαδεδομένη που σχεδόν όλα τα κτίρια θερμαίνονται με τη χρήση αυτής. Μάλιστα η χώρα αξιοποιεί μόνο ένα μέρος της διαθέσιμης γεωθερμικής ενέργειας. Στην Ισλανδία όμως υπάρχουν ειδικές γεωλογικές συνθήκες που επιτρέπουν αυτή την αξιοποίηση. Στις περισσότερες χώρες δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο όπου και εκεί υπάρχουν γεωθερμικά πεδία αλλά είναι ιδιαίτερα δύσκολο και δαπανηρό να αξιοποιηθούν.

    Σε μικρά βάθη από την επιφάνεια του εδάφους μπορούν να αξιοποιηθούν σωλήνες θερμότητας για να αξιοποιήσουν την εσωτερική θερμότητα της γης προς θέρμανση επιφανειακών χώρων. Καθώς μάλιστα τη χειμερινή περίοδο, οι θερμοκρασίες κάτω από τη γη (ακόμα και σε πολύ μικρό βάθος) είναι αισθητά υψηλότερες από αυτές του αέρα, τότε η θέρμανση χώρων με χρήση της γεωθερμίας γίνεται οικονομικά πολύ αποδοτική. Αυτές οι σωλήνες (ή αντλίες ακριβέστερα) θερμότητας χρησιμοποιούνται ήδη ευρέως σε ψυχρές χώρες για τη θέρμανση των σπιτιών. Παρόλα αυτά η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω γεωθερμίας απαιτεί πολύ υψηλότερες θερμοκρασίες και κατά συνέπεια είτε ιδανικές γεωλογικές συνθήκες είτε μεγάλα βάθη. Η γεωθερμία ως πηγή ηλεκτρικής ενέργειας πρωτοχρησιμοποιήθηκε το 1904 στο Larderello της Ιταλίας. Σήμερα, εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τη γεωθερμία υπάρχουν στην Ιταλία, τη Νέα Ζηλανδία, την Ιαπωνία, την Ισλανδία, το Μεξικό και τις ΗΠΑ ένω συνεχώς χτίζονται νέα σε πολλές χώρες.

    Σε παγκόσμια κλίμακα, τα γεωθερμικά εργοστάσια έχουν τη δυνατότητα ισχύος και προσφέρουν το 0.3% της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας.Η κλιματική αλλαγή και η εξάντληση πολλών πηγών ορυκτών καυσίμων αυξάνει την ανάγκη χρήσης της γεωθερμίας. Η άμεση θέρμανση κτιρίων (μέσω αντλιών θερμότητας) αλλά και η παράγωγή ηλεκτρικής ενέργειας εξαπλώνεται διαρκώς. Μάλιστα η θεωρητικά μέγιστη τιμή της ενέργειας που μπορεί να παραχθεί από τα γεωθερμικά πεδία παγκόσμια, ξεπερνάει κατά πολύ την παγκόσμια ενεργειακή κατανάλωση.

  • βιομάζα

    Η βιομάζα δεν είναι νέα πηγή ενέργειας. Είναι ο πρώτος ενεργειακός πόρος που χρησιμοποίησε ο άνθρωπος και ίσως ο σημαντικότερος ενεργειακός πόρος μέχρι την βιομηχανική επανάσταση. Μέχρι το 1880 το ξύλο σαν πηγή ενέργειας ήταν κυρίαρχο στην παγκόσμια κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας. Για τους περισσότερους από τους κατοίκους του πλανήτη μας οι παραδοσιακές πηγές θερμότητας για θέρμανση και μαγείρεμα ήταν και συνεχίζουν να είναι τα ξύλα, τα στελέχη φυτών, τα άχυρα και τα απορρίμματα ζώων. Σήμερα το 20% της κατανάλωσης ενέργειας στις αναπτυσσόμενες χώρες καλύπτεται από προϊόντα ξύλου. Αλλά και για μια σειρά βιομηχανικές χώρες η βιομάζα, με τη μορφή αγροτικών και δασικών παραπροϊόντων, αποτελεί ακόμη και σήμερα ένα σημαντικό ενεργειακό πόρο. Μια άλλη σημαντική ιδιομορφία της βιομάζας είναι ότι οι περισσότερες μορφές της είναι κατάλοιπα -παραπροϊόντα, απόβλητα- της εν γένει δραστηριότητας του ανθρώπου και η αντιμετώπισή τους σαν ενεργειακός πόρος εντάσσεται σε ένα ευρύτερο, και από πολλές πλευρές σημαντικότερο, πεδίο - αυτό της προστασίας του περιβάλλοντος. Η χρήση της βιομάζας έχει άμεση σχέση και με μια σειρά άλλα ζητήματα, πέρα από αυτό της προστασίας του περιβάλλοντος, όπως το επισιτιστικό ή της παροχής πρώτων υλών. Έτσι η αξιοποίηση της βιομάζας είναι ένα ζήτημα πολυσύνθετο.

    Βασικό πλεονέκτημα της βιομάζας είναι ότι είναι ανανεώσιμη πηγή ενέργειας και ότι παρέχει ενέργεια αποθηκευμένη με μορφή χημική. Η αξιοποίησή της μπορεί να γίνει με μετατροπή της σε μια μεγάλη ποικιλία προϊόντων, με διάφορες μεθόδους και τη χρήση σχετικά απλής τεχνολογίας. Επίσης στο ενεργητικό της καταλογίζεται και το ότι κατά την παραγωγή και την μετατροπή της δεν δημιουργούνται περιβαλλοντολογικά προβλήματα. Από την άλλη σαν μορφή ενέργειας η βιομάζα χαρακτηρίζεται από πολυμορφία, χαμηλό ενεργειακό περιεχόμενο (σε σύγκριση με πετρέλαιο, κάρβουνο) λόγω χαμηλής πυκνότητας και/ή υψηλής περιεκτικότητας σε νερό, εποχικότητα, μεγάλη διασπορά, κτλ, ιδιότητες που συνεπάγονται δυσκολίες στη συλλογή, μεταφορά και αποθήκευσή της. Σαν συνέπεια το κόστος μετατροπής της σε μορφές ενέργειας πιο κατάλληλες για εύκολη και πλατειά χρησιμοποίηση παραμένει αρκετά υψηλό.

    Η πολυμορφία της βιομάζας μας υποχρεώνει να κάνουμε κάποιου είδους ταξινόμηση των διάφορων μορφών της που να βοηθά στην καλύτερη εξέτασή της. Με βάση την πηγή προέλευσης οι βασικότερες κατηγορίες βιομάζας είναι οι παρακάτω. α) Κτηνοτροφικά απόβλητα β) Γεωργικά παραπροϊόντα γ) Δασική βιομάζα δ) Αστικά απορρίμματα

  • υδροηλεκτρική ενέργεια

    Υδροϊσχύς (Water Power) λέγεται η ισχύς που παράγεται κατά την πτώση νερού ορισμένης παροχής από ορισμένο ύψος. Το φαινόμενο αυτό λέγεται υδατόπτωση. Η υδροϊσχύς είναι επακόλουθο του φυσικού κύκλου μεταφοράς του νερού από την επιφάνεια της γης στην ατμόσφαιρα. Αυτός ο υδρολογικός κύκλος περιλαμβάνει την εξάτμιση του νερού που βρίσκεται στην επιφάνεια της γης, όταν αυτό θερμανθεί από τη ακτινοβολία τουνήλιου, και στη συνέχεια την κατακρήμνισή του και την καθοδική του πορεία προς την θάλασσα μέσω ποταμών και άλλων ρευμάτων κάτω από την επίδραση της βαρύτητας. Κατά μία έννοια το νερό λειτουργεί ως το εργαζόμενο μέσο μια τεράστιας θερμικής μηχανής που έχει πηγή ενέργειας την ηλιακή ακτινοβολία.

    Τα αποθέματα υδάτων που μπορούν να αξιοποιηθούν για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση υδροηλεκτρικών μονάδων είναι θεωρητικά τετραπλάσια από αυτά που χρησιμοποιούνται σήμερα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα αξιοποιηθούν όλα για αυτό το σκοπό. Κάποιοι από τους δεσμευτικούς λόγους οι οποίοι θέτουν περιορισμούς στη παραπάνω χρήση είναι οικονομικοί (μεγάλο κόστος εγκατάστασης) και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Τόσο στη Βόρ. Αμερική, όσο και στην Ευρώπη έχει ήδη αναπτυχθεί σε ικανοποιητικό βαθμό η χρήση υδροηλεκτρικών μονάδων για ηλεκτροπαραγωγή. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι μεγάλες δυνατότητες αξιοποίησης υδάτινων μαζών παρουσιάζονται στις αναπτυσσόμενες χώρες της Αφρικής και της Ασίας και για το λόγο αυτό υποστηρίζεται ότι τα επόμενα χρόνια θα αυξηθεί το ποσοστό ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από τέτοιους σταθμούς.

    Τα βασικά μέρη μιας υδροηλεκτρικής μονάδας (εικόνα ΥΔΡ-8) είναι συνοπτικά: • Το φράγμα ή υδατοφράκτης, ο οποίος αυξάνει το ύψος πτώσης και δημιουργεί τον ταμιευτήρα νερού. • Το σύστημα προσαγωγής του νερού που περιλαμβάνει τη σήραγγα ή τη σωλήνωση ή και τα δύο. • Το εργοστάσιο με τον ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισμό (κτίρια, στρόβιλοι, γεννήτριες, βοηθητικός εξοπλισμός). • Η διώρυγα φυγής του νερού από το εργοστάσιο στον ποταμό. • Οι γραμμές μεταφοράς της ηλεκτρικής ενέργειας.

    Οι απαιτούμενες επενδύσεις κεφαλαίων για την κατασκευή ενός νέου υδροηλεκτρικού έργου ποικίλουν ανάλογα με το μέγεθος και την τοποθεσία του έργου, καθώς και το κόστος μετακίνησης κτιρίων ή άλλων αντικειμένων στο πεδίο του έργου. Ειδικότερα, η διαμόρφωση του εδάφους στη θέση του υδροηλεκτρικού έργου αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του έργου, που εμποδίζει να βρεθεί μία συνάρτηση π.χ. μεταξύ της ισχύος του υδροηλεκτρικού σταθμού και του κόστους του φράγματος ή του ταμιευτήρα γενικότερα. Το κόστος του φράγματος μπορεί να είναι από αμελητέο έως 70% του συνολικού κόστους του υδροηλεκτρικού σταθμού. Το πρόβλημα μπορεί να τυποποιηθεί από τη θέση εισόδου το στρόβιλο και κάτω. Τέλος, από τη στιγμή που αποφασισθεί ένα υδροηλεκτρικό έργο μέχρις ότου κατασκευαστεί, απαιτείται χρονικό διάστημα περίπου 5 ετών.

  • απορρίμματα

    "Εξ ορισμού, απόρριμμα είναι ένα εμπόρευμα με οικονομική αξία μηδενική ή αρνητική. Ο χειρισμός του έστω και με μόνο στόχο την μείωση του ρυπαντικού φορτίου για το περιβάλλον, στοιχίζει ακριβά". Με τον όρο "αστικά απορρίμματα", που στη συνέχεια θα αναφέρονται απλά σαν απορρίμματα, αναφερόμαστε στα στερεά απορρίμματα των πόλεων, που είναι κύρια οικιακής προέλευσης, αλλά και απορρίμματα από την καθαριότητα των δρόμων, των πάρκων, κτλ, καθώς στα εμπορικά ή βιοτεχνικά απορρίμματα και διάφορων άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα σε ένα πολεοδομικό συγκρότημα. Η συνεχής αύξηση του πληθυσμού σε συνδυασμό με την συγκέντρωσή του στα μεγάλα αστικά κέντρα είχαν σαν αποτέλεσμα την τεράστια αύξηση των απορριμμάτων της καθημερινής ανθρώπινης δραστηριότητας, που ρίπτονται σε αποδέκτες μικρής σχετικά έκτασης. Έτσι εκτός από την γενικότερη υποβάθμιση του περιβάλλοντος εμφανίζεται όλο και πιο οξυμένο το πρόβλημα έλλειψης χώρου απόρριψής τους.

    Σήμερα οι γενικοί τρόποι διάθεσης των απορριμμάτων είναι η υγειονομική ταφή, η καύση και η λιπασματοποίηση, που σε αρκετές χώρες συμπληρώνονται και με μεθόδους ανάκτησης ορισμένων υλικών, όπως χαρτί, πλαστικό, γυαλί ή μέταλλα. Η εφαρμογή της μιας ή της άλλης μεθόδου διαχείρισης και κατά συνέπεια αξιοποίησης τους ή όχι, και σε ποιο βαθμό, στηρίζεται σε κριτήρια οικονομικής αποδοτικότητας, προστασίας περιβάλλοντος, εξοικονόμησης ενέργειας και πρώτων υλών. Οι κυριότερες παράμετροι που αποτελούν την τοπική συνιστώσα στην επιλογή της κατάλληλης μεθόδου διαχείρισης των απορριμμάτων είναι: 1. Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των απορριμμάτων. 2. Τα ποσοτικά χαρακτηριστικά των απορριμμάτων. 3. Τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά της περιοχής. 4. Ο βαθμός εξάρτησης του τόπου από χρήσιμα υλικά και ενέργεια.

    Σε πολλές χώρες (Ελβετία, Γερμανία, Σουηδία, κ.α.) αξιοποιούνται για τηλεθέρμανση ή/και διανομή ζεστού νερού χρήσης. Παρόλα αυτά για πολλές χώρες, όπου είναι διαθέσιμες οι απαραίτητες εκτάσεις, το σύστημα της υγειονομικής ταφής παραμένει από οικονομική άποψη το πιο συμφέρον και στο βαθμό που παίρνονται και τα απαραίτητα μέτρα προστασίας είναι και περιβαλλοντολογικά αποδεκτό. Στην Ελλάδα ακόμη και σήμερα η απόθεση των απορριμμάτων γίνεται σε μεγάλη κλίμακα ανεξέλεγκτα, σε ρεματιές, εγκαταλειμμένα λατομεία, κτλ ή, για τις μεγάλες πόλεις, σε χωματερές, με αποτέλεσμα τη δημιουργία εστιών ρύπανσης και μόλυνσης και γενικότερης υποβάθμισης του περιβάλλοντος. Σε σύγκριση με το μέσο επίπεδο της Ε.Ε. τα απορρίμματα των πόλεων της Ελλάδας έχουν μεγαλύτερο ποσοστό ζυμώσιμων και πλαστικού και μικρότερο ποσοστό χαρτιού, γυαλιού και μετάλλων. Αυτό οφείλεται κύρια στη διαφορετική διατροφή (στην Ελλάδα καταναλώνονται περισσότερες νωπές τροφές φυτικής προέλευσης και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα) και στα διαφορετικά υλικά συσκευασίας. Το βιοτικό επίπεδο, η οικονομική δραστηριότητα, τα δημογραφικά μεγέθη και η εξέλιξη της τεχνολογίας είναι παράγοντες που συντελούν στη ποιοτική εξέλιξη των απορριμμάτων.

  • αποθήκευση ενέργειας

    Η αποθήκευση ενέργειας είναι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μέρος όλων των γεγονότων και της φύσης και των διεργασιών, που προκαλεί ο άνθρωπος. Υπάρχουν ποικίλα είδη συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας (ΣΑΕ), που μερικά περιέχουν τεράστια ποσά ενέργειας και άλλα πολύ μικρά. Μερικά είναι μέρος των διεργασιών μεταφοράς ενέργειας και άλλα είναι μέρος των συστημάτων μεταφοράς πληροφοριών. Οι παράμετροι κλειδιά, που πρέπει να θεωρούνται, όταν εξετάζονται τα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας είναι:  το ποσό της ενέργειας, που πρέπει να αποθηκευτεί (πυκνότητα ενέργειας),  η χρονική διάρκεια της αποθήκευσης.

    Η διαθεσιμότητα κατάλληλων συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας θα έχει ευνοϊκή επίδραση σε ζητήματα, όπως:  Ρύθμιση του φορτίου των Ηλεκτρικών Σταθμών, για βελτίωση των συντελεστών φορτίου, μείωση της ρύπανσης σε κατοικημένες περιοχές και για καλύτερη χρήση διαθέσιμων μονάδων παραγωγής και καυσίμων.  Αποθήκευση για συστήματα συνδυασμένου κύκλου παραγωγής ισχύος/θερμότητας. για βελτίωση της συνολικής απόδοσης μέσω βελτιστοποίησης της κατανομής ισχύος και θερμότητας ανεξάρτητα από τις απαιτήσεις φορτιου.  Αποθήκευση για ηλεκτρικά οχήματα, για αντικατάσταση του πετρελαίου μακροπρόθεσμα, μείωση ρύπανσης της ατμόσφαιρας σε αστικές περιοχές. Χρήση όλων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, για μετατόπιση του βάρους από τα ορυκτά καύσιμα και βελτίωση των συνθηκών του περιβάλλοντος.  Αποθήκευση για παροχή ισχύος σε εφαρμογές που δεν επιτρέπεται να διακοπούν, για βελτίωση της αξιοπιστίας στον εφοδιασμό κρίσιμων εφαρμογών, όπως νοσοκομίων, υπολογιστικών κέντρων, κτλ.  Αποθήκευση για εγκαταστάσεις σε απομακρυσμένες περιοχές. όπως τηλεπικοινωνιακοί ή/και μετεωρολογικοί σταθμοί.  Αποθήκευση για βιομηχανικές κινητές μονάδες παραγωγής ισχύος. για παροχή καλύτερων συνθηκών εργασίας, ειδικά σε απομονωμένες περιοχές, όπως ορυχεία, αντλιοστάσια, κτλ.

    Το μεγάλο εύρος δυνατών εφαρμογών για συστήματα αποθήκευσης ενέργειας είναι απίθανο να ικανοποιηθεί με μία μέθοδο. Σε σχέση με τα τεχνικά και τα λειτουργικά χαρακτηριστικά των συσκευών και συστημάτων αποθήκευσης διακρίνουμε δύο ομάδες εφαρμογών. Αυτές είναι είτε ακίνητες (στατικές) εφαρμογές είτε κινητές (μεταφερόμενες). Η επιλογή της μεθόδου αποθήκευσης εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Μερικοί από τους πιο ουσιαστικούς είναι:  το χρονικό διάστημα, για το οποίο απαιτείται η αποθήκευση, η ποσότητα της ενέργειας, που απαιτείται να αποθηκευτεί,  η μορφή της ενέργειας, που χρειάζεται να αποθηκευτεί, η ποικιλία των ρυθμών κατανάλωσης. Ιδιαίτερα πρέπει να σημειωθεί ότι η αποθήκευση ενέργειας μπορεί να γίνεται στην μορφή, που ήταν αρχικά διαθέσιμη ή να απαιτεί μετατροπή σε άλλες μορφές.

  • δημιουργία ομάδας

    Ο βασικότερος συντελεστής παραγωγής σε μια κοινωνική επιχείρηση είναι το ανθρώπινο δυναμικό της, ιδιαίτερα όταν, ως συνήθως, δημιουργείται σε συνθήκες έλλειψης κεφαλαίου. Συνεπώς, η συγκρότηση της ιδρυτικής ομάδας έχει κομβική σημασία για την πορεία του όλου εγχειρήματος.

    Κοινές αξίες

    Η κοινή ιδεολογία ή/και η φιλία δεν επαρκούν για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που συνεπάγεται η λειτουργία μιας επιχείρησης, αν και αποτελούν μια καλή αρχή.

    Δέσμευση στο συνεταιριστικό πλαίσιο λειτουργίας

    Είναι σημαντικό να τεθούν από την αρχή οι βάσεις για μια συλλογική διαδικασία λήψης αποφάσεων και εύρεσης λύσεων. Η δέσμευση των ιδρυτικών μελών στο συλλογικό πλαίσιο λειτουργίας είναι πολύτιμη παρακαταθήκη, ακόμα και αν στη συνέχεια χρειαστεί να τροποποιηθεί λόγω των καθημερινών απαιτήσεων της επιχείρησης ή της αύξησης του αριθμού των μελών.

    Δεξιότητες/ικανότητες/γνώσεις

    Είναι επομένως σημαντικό να σκιαγραφήσουμε όλες τις σχετικές απαιτήσεις και να αποφασίσουμε εγκαίρως ένα σύστημα κατανομής των καθηκόντων. Επίσης, η δικτύωση με άλλες κοινωνικές επιχειρήσεις μπορεί να καλύψει οριζόντια αυτές τις περιφερειακές ανάγκες μέσα από τη δημιουργία υποστηρικτικών δομών.

    Είσοδος νέων μελών

    Σε κάθε περίπτωση, είναι απαραίτητο να θέσουμε συγκεκριμένα κριτήρια και συγκεκριμένες διαδικασίες για την είσοδο νέων μελών. Για παράδειγμα, ορισμένοι συνεταιρισμοί επιλέγουν να εγκρίνουν την είσοδο νέων μελών μόνο στο βαθμό που προτείνονται από υπάρχοντα μέλη.

    Κατανομή εργασιών για την ίδρυση της επιχείρησης

    Η κατανομή πρέπει να γίνει προσεκτικά, ώστε αφενός να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο ισότιμη και αφετέρου να αποφύγει τη δημιουργία πρωταγωνιστών και κομπάρσων από το στάδιο της ίδρυσης. Οι τακτικές συναντήσεις αποτελούν χρήσιμο εργαλείο ανατροφοδότησης για την πρόοδο των εργασιών που έχει αναλάβει η κάθε υποομάδα, αρκεί να είναι καλά οργανωμένες ως προς τη θεματική και να έχουν ορισμένη χρονική διάρκεια.

  • σχεδιάζοντας ενα κοινωνικό επιχειρηματικό σχέδιο

  • επιλέγοντας νομική μορφή

  • φορολογικά και ασφαλιστικά θέματα

  • αναζητώντας πηγές χρηματοδότησης

designed by Ambiente Cooperativa